Η κα Ελένη Κουϊδή διδάχθηκε την υφαντική τέχνη πριν από 15 χρόνια από την κα Κατερίνα Κορρέ στο ΚΕΓΕ Ρεθύμνου. Η αρχική της μαθητεία επικεντρώθηκε στο πως στήνεται ο αργαλειός.
Σιγά σιγά με πείσμα, θέληση και υπομονή μελέτησε από διάφορες πηγές την υφαντική τέχνη και ξεκίνησε δειλά δειλά να παράγει τα δικά της υφαντά.
Τώρα η κα Ελένη ζει στην Αργυρούπολη, ένα ορεινό χωριό του νομού Ρεθύμνης. Εκεί, έχει ανοίξει και λειτουργεί το δικό της εργαστήρι υφαντική τέχνης. Δυο αργαλειοί, κουβάρια μαλλιά, μία ρόκα, ταπισερί του περασμένου αιώνα, αλλά και χειροποίητες μοναδικές τσάντες συνθέτουν ένα πολύχρωμο σκηνικό που παντρεύει την λαογραφική παράδοση με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Όπως και η ίδια μας είπε, για να έχει μέλλον η επιχείρησή της αποφάσισε ότι πρέπει να προσεγγίσει το σύγχρονο άνθρωπο. Για τον λόγο αυτό, άφησε κατά μέρος τις ταπισερί για την κατασκευή των οποίων απαιτούνταν πολύς χρόνος και επικεντρώθηκε στην κατασκευή υφαντών, κουρελούδων, αλλά κυρίως χειροποίητων μοναδικών γυναικείων τσαντών.
H προσπάθειά της αυτή αναγνωρίστηκε, χαρίζοντάς της το πρώτο βραβείο στον Διαγωνισμό Βραβείων Χειροτεχνίας «Handicraftour», καθώς θεώρησαν την ιδέα της καινοτόμα, αλλά και ολοκληρωμένη σχετικά με το πως θα πρέπει να προωθηθεί επιχειρηματικά το υφαντό.
Καθημερινά εργάζεται 4 ώρες στον αργαλειό, δεν είναι λίγες οι φορές όμως που οι ώρες πολλαπλασιάζονται ανάλογα με τη δυσκολία. “Με τον αργαλειό κουράζονται τόσο τα πόδια όσο και τα χέρια. Ωστόσο, χρειάζεται και κάποιος χρόνος για να σκεφτείς κάτι καινούργιο”, μας είπε. Στην προσπάθειά της να καινοτομήσει η κα Ελενή ξεκίνησε να φτιάχνει χειροποίητες τσάντες με την επωνυμία “Loom”. Η κάθε τσάντα είναι μοναδική για τον λόγο αυτό παρέχει και πιστοποιητικό μοναδικότητας και γνησιότητας. Όπως μας τόνισε “Χρησιμοποιώ μαλλί το οποίο το βάφω μόνη μου. Αν και δε βρίσκω πια μαλλιά. Μέσα σε 15 χρόνια έχουν κλείσει όλες οι σχετικές επιχειρήσεις γύρω από τον αργαλειό. Επίσης, χρησιμοποιώ παλιά ρούχα που τα κόβω και φτιάχνω τσάντες από κουρελούδες. Η βασική αρχή μου είναι να χρησιμοποιώ στην κατασκευή των τσαντών μόνο παραδοσιακά υλικά για αυτό συνδυάζω το υφαντό με το δέρμα”.
Το μαράζι της κα Ελένης είναι ότι η υφαντική τέχνη δεν εκτιμάται από την πλειοψηφία των Ελλήνων και των ξένων που επισκέπτονται τη χώρα μας. Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν τι σημαίνει υφαντό και όταν μαθαίνουν δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία του. “Τα υφαντά δεν είναι για τον μέσο τουρίστα”, μας λέει.
Για τον λόγο αυτό έχει χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες που της παρέχει η τεχνολογία προκειμένου να προωθήσει την τέχνη της σε νέες αγορές τόσο εγχώριες όσο και στο εξωτερικό.
“Έχω βάλει ορισμένα στο etsy.com και τώρα φτιάχνω και το site για τις δημιουργίες μου. Κάποιοι ξεναγοί που μας επισκέφθηκαν με παρακίνησαν να σπρώξω τα προϊόντα μου και σε άλλες αγορές όπως είναι οι Κυκλάδες (Μύκονο, Σαντορίνη) που πάνε τουρίστες με οικονομική άνεση. Μέχρι τώρα έχουμε δώσει στη Σίφνο, στο Ρέθυμνο, στα Χανιά.
Επιδιώκουμε να βλέπουμε τους χώρους μας για να ταιριάζουνε με το προϊόν. Ελπίζουμε ότι του χρόνου θα είμαστε ακόμα πιο οργανωμένοι. Σε ό,τι αφορά στο εξωτερικό η Αμερική είναι μία αγορά που μας ενδιαφέρει πολύ και λιγότερο η Ρωσία. Σκοπεύω να βάλω και e-shop για να μπορεί ο οποιοσδήποτε να τα αγοράσει απευθείας σε όποιο μέρος του κόσμου και αν βρίσκεται”, μας είπε χαρακτηριστικά.
Σε ερώτησή μας για το αν έχει βοηθηθεί από το κράτος μέχρι τώρα μας απάντησε,
“Από το κράτος δεν έχω πάρει ούτε ένα ευρώ. Τώρα κάνω κάποιες συζητήσεις, γιατί ξέρω ότι επιδοτούνται κάποια σχετικά προγράμματα. Θέλω να κάνω έναν ενιαίο χώρο που να είναι εργαστήριο και εκθετήριο μαζί”.
Όμως η κα Κουϊδή δεν το βάζει κάτω… Στυλώνει τα πόδια και υποστηρίζει ότι με υπομονή και επιμονή θα καταφέρει να κάνει γνωστή την υφαντική τέχνη σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
της Ευαγγελία Κακλειδάκη
[epixeiro.gr]