ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗ

Επίσκεψη της Προέδρου της Δημοκρατικής Συμμαχίας στο Επιμελητήριο Ρεθύμνης

Το Επιμελητήριο Ρεθύμνης επισκέφθηκε την Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012 η Πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμμαχίας κα Ντόρα Μπακογιάννη, συνοδευόμενη από τους Βουλευτές κ.κ. Ελευθ. Αυγενάκη, Χρήστο Μαρκογιαννάκη και στελέχη του Κόμματός της, στα πλαίσια της τριήμερης επίσκεψής της στην Κρήτη για επαφές και συναντήσεις με φορείς και πολίτες της Περιφέρειας.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της η κα Μπακογιάννη συναντήθηκε με τον Πρόεδρο και μέλη της Διοικητικής Επιτροπής του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης.

Ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης κ. Γεώργ. Γιακουμάκης παρουσίασε στην κα Μπακογιάννη τη ζοφερή εικόνα της Ρεθεμνιώτικης επιχειρηματικότητας, λόγω της οικονομικής πολιτικής της σκληρής λιτότητας, η οποία έχει στην κυριολεξία παγώσει κάθε δραστηριότητα και έχει σαν αποτέλεσμα να βιώνει ο επιχειρηματικός κόσμος πρωτοφανείς καταστάσεις, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη εξεύρεσης και υλοποίησης λύσεων που θα οδηγήσουν στην ανάκαμψη και την έξοδο από την κρίση.

Η Πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμμαχίας κα Μπακογιάννη, από την πλευρά της, αφού αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η Ελληνική οικονομία έχει οδηγηθεί στα όριά της, μέσα από την υπερφορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές επί δικαίων και αδίκων, παρουσίασε τις προτάσεις του Κόμματός της για την Ελληνική οικονομία και την έξοδο από κρίση

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου πρόσφερε στην Πρόεδρο της Δημοκρατικής Συμμαχίας αναμνηστικά δώρα και συγχρόνως παράδωσε υπόμνημα, στο οποίο αναφέρονται τα εμπόδια ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας του Ρεθύμνου, ευελπιστώντας ότι, η κα Μπακογιάννη, στα πλαίσια του θεσμικού της ρόλου, θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια εξάλειψής τους.

Αναλυτικά το υπόμνημα, έχει ως εξής:

«Αγαπητή κυρία Πρόεδρε, αφού σας ευχαριστήσουμε θερμά για την σημερινή τιμητική σας επίσκεψη στα γραφεία μας, σας παραθέτουμε τα εμπόδια ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας του Ρεθύμνου, ευελπιστώντας ότι, στα πλαίσια του θεσμικού σας ρόλου, θα καταβάλετε κάθε δυνατή προσπάθεια εξάλειψής τους στη σημερινή, ιδιαίτερα δύσκολη οικονομική συγκυρία που βιώνει η πατρίδα μας, κατά την οποία έχει απόλυτη ανάγκη ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας.

Ειδικότερα, τα εμπόδια αυτά φορούν τόσο σε στρεβλώσεις που προκαλούν στην τοπική οικονομία οι ελλείψεις σε παραγωγικές υποδομές, όσο και σε προβλήματα που έχουν σχέση με την ανάπτυξη της μεγαλύτερης «βιομηχανίας» του τόπου μας, τον τουρισμό:
Ι.- ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ:

Α. ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ:

Εκτός από τα γνωστά προβλήματα που οφείλονται στον νησιωτικό χαρακτήρα της Κρήτης και δημιουργούν εμπόδια στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομικής της δραστηριότητας, η μη ύπαρξη ακτοπλοϊκής σύνδεσης του Ρεθύμνου με τον ηπειρωτικό κορμό, οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητας του Νομού, όχι μόνο λόγω του αυξημένου κόστους μεταφοράς πρώτων υλών και ετοίμων προϊόντων, αλλά και της ταλαιπωρίας που υφίστανται κάτοικοι, φοιτητές και επισκέπτες προκειμένου να μεταβούν στα λιμάνια και τα αεροδρόμια των γειτονικών Νομών.

Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ούτε ακτοπλοϊκή, αλλά ούτε και αεροπορική σύνδεση του Νομού μας με την ηπειρωτική Ελλάδα, η πρόσβαση στα λιμάνια και τα αεροδρόμια των γειτονικών μας Νομών (Ηρακλείου και Χανίων) είναι ιδιαίτερα δύσκολη, επικίνδυνη και χρονοβόρα, λόγω της αθλίας κατάστασης του Βορείου Οδικού Άξονα της Κρήτης (ΒΟΑΚ), ενός οδικού άξονα που θυμίζει τριτοκοσμικές καταστάσεις. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του αντιστοιχούν σε ανάγκες και προδιαγραφές που ίσχυαν σχεδόν σαράντα χρόνια πριν, με αποτέλεσμα ο Άξονας να έχει μετατραπεί σε καρμανιόλα και να εμποδίζει την περαιτέρω τουριστική και αναπτυξιακή πορεία της Κρήτης.

Τέλος, σημαντικό αναπτυξιακό έλλειμμα, συνιστούν η μεγάλη καθυστέρηση των έργων των κάθετων συνδετήριων οδών με τα νότια παράλια, αλλά και η ασάφεια σχετικά με την δημιουργία ή μη λιμανιού στα Νότια της Κρήτης, παράγοντες επιβαρυντικοί που επηρεάζουν όλους τους επιμέρους τομείς της οικονομίας του Νομού μας.
Β. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΥΠΟΔΟΜΩΝ:

Εμπόδιο ανάπτυξης αποτελεί και η σημερινή κατάσταση του λιμανιού του Ρεθύμνου. Συγκεκριμένα, λόγω της θέσης του, απαιτεί σημαντικές, αλλά απαραίτητες επενδύσεις για την προστασία του από τους σφοδρούς ανέμους και τους ισχυρούς κυματισμούς και σημαντικές λειτουργικές δαπάνες σε αμμοληψίες για την εξασφάλιση του απαραίτητου βάθους. Σημαντική είναι ακόμα η έλλειψη χερσαίων υποδομών εντός του λιμανιού, όπως εμπορευματικών σταθμών, υποδομών logistics, χώρου αναμονής επιβατών και ασφαλούς οδικής πρόσβασης.

Ιδιαίτερα προβλήματα για τις επιχειρήσεις του Νομού μας προκαλούν, επίσης, δυο θεσμικές αδυναμίες, για τις οποίες δεν ευθύνονται οι ίδιες: α) η έλλειψη χωροθέτησης χρήσεων γης και β) η ανυπαρξία Γ.Π.Σ. και Σχεδίων Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ), η εκπόνηση των οποίων, ενώ έχει θεσμοθετηθεί από το έτος 1997, μέχρι και σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί. Ακόμη και όπου τέτοιοι χωροταξικοί σχεδιασμοί βρίσκονται σε εξέλιξη, δεν τολμούν και δεν δίνουν απάντηση στα θέματα εγκατάστασης της μεταποίησης.

Έτσι, το τελευταίο διάστημα, η Ρεθεμνιώτικη κοινωνία έχει γίνει, μεταξύ άλλων, μάρτυρας μιας δικαστικής διαδικασίας, δυσφήμισης, αλλά και απαξίωσης της προσφοράς αρκετών επιχειρήσεων στην τοπική και όχι μόνο οικονομία, οι οποίες βρέθηκαν στο στόχαστρο αμφίβολης επιστημονικής επάρκειας εκθέσεων μη κυβερνητικών οργανώσεων.

Επιβεβλημένη κρίνεται και η άμεση χωροθέτηση της επέκτασης του ΒΙΟΠΑ Ρεθύμνου, αφού όλα τα διαθέσιμα οικόπεδα έχουν από τα πρώτα στάδια της εξέλιξης του έργου διατεθεί σε ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.

Επιπλέον, υπάρχει απόλυτη ανάγκη χωροθέτησης στο Νομό μας Βιοτεχνικών Πάρκων Μέσης όχλησης προκειμένου να μπορούν να εγκατασταθούν σε αυτά οι μονάδες επεξεργασίας βασικών γεωργικών του προϊόντων (ελαιουργείων, τυροκομείων) για να σταματήσει η υποβάθμιση του περιβάλλοντος και να επιτευχθεί η πολυπόθητος αειφόρος ανάπτυξη.

Επιπρόσθετα, και σε σχέση με τον δευτερογενή τομέα, χρειάζονται νέες υποδομές σε μεταφορικά δίκτυα, χώροι για υποδομές εφοδιαστικής αλυσίδας – logistics, όπως και μόνιμοι εκθεσιακοί χώροι προβολής της τοπικής παραγωγής.

Τέλος, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας σε ζωτικούς τομείς της τοπικής οικονομίας (όπως η τυποποίηση και μεταποίηση αγροτικών προϊόντων και η χειροτεχνική παραγωγή) κρίνεται ως επιτακτική προτεραιότητα.

Οι παραπάνω δομικές ανεπάρκειες θεωρούμε ότι θα μπορούσαν να αμβλυνθούν μέσα από τον περιφερειακό σχεδιασμό ολοκληρωμένων αναπτυξιακών παρεμβάσεων. Τονίζουμε εμφατικά ότι για αποφευχθούν τα λάθη και οι ανεπάρκειες του παρελθόντος, οφείλουμε να στοχεύσουμε κατά απόλυτη προτεραιότητα σε αναπτυξιακές παρεμβάσεις με τη μέγιστη δυνατή προστιθέμενη αξία και με όσο το δυνατόν περισσότερα δυνατά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για το επιχειρείν στην Κρήτη.

Γ. ΕΝΕΡΓΕΙΑ:

Η σταδιακή απεξάρτηση της Κρήτης από το πετρέλαιο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κρίνεται απόλυτα απαραίτητη.

Η έναρξη των διαδικασιών διασύνδεσης της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα ηλεκτροδότησης, που ανακοίνωσε στο πρόσφατο παρελθόν το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά την ολοκλήρωση μελέτης που έδειξε ότι η λύση αυτή είναι πιο οικονομική, σε σχέση με την ανάπτυξη νέων αυτόνομων σταθμών παραγωγής στο νησί, εφόσον τελικά αποδειχθεί ρεαλιστική και υλοποιήσιμη, αποτελεί δε την ιδανική επίλυση του ενεργειακού προβλήματος του νησιού.

Η διασύνδεση θα επιτρέψει, επιπλέον, την απορρόφηση μεγαλύτερης ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, που θα παράγεται στην Κρήτη.

Αν, τελικά, η διασύνδεση δεν προχωρήσει άμεσα, η εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Κρήτη μέσω της ανάπτυξης τερματικού σταθμού, αποτελεί μια ικανοποιητική όσο και εφικτή προοπτική, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση της πορείας κατασκευής του Ενεργειακού Κέντρου Κορακιάς και την τροφοδότησή του με φυσικό αέριο.
ΙΙ. ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ:

Ο τουρισμός είναι αυτή τη στιγμή για το Ρέθυμνο, την Κρήτη και γενικότερα τη χώρα μας, ένας από τους ελάχιστους τομείς που μπορούν να διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο στην αντιμετώπιση της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης. Απώτερος στόχος του στρατηγικού σχεδιασμού πρέπει να είναι η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και ο περιορισμός της εποχικότητας.

Σήμερα στην Κρήτη η τουριστική περίοδος έχει περιοριστεί στους 5 ή 6 μήνες. Αντίθετα, βλέπουμε την Κύπρο να έχει επιτύχει τουριστική περίοδο 12 μηνών. Το αποτέλεσμα αυτό είναι προϊόν μακροπρόθεσμης στοχευμένης συνεπούς πολιτικής, τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα.

Για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και την ανάπτυξη του τουρισμού, θα πρέπει, εκτός από την παγιωμένη ταυτότητα της Κρήτης ως προορισμού ήλιου και θάλασσας, να δημιουργήσουμε μια νέα ταυτότητα εστιασμένη στα άλλα συγκριτικά πλεονεκτήματα του νησιού και σε ένα πλέγμα εναλλακτικών δραστηριοτήτων για τους επισκέπτες του.

Η Κρήτη διαθέτει μοναδικά χαρακτηριστικά (έντονα σύνθετο και διαφοροποιημένο φυσικό, αλλά και ανθρωπογενές περιβάλλον, πολιτισμό, γαστρονομία κλπ), χαρακτηριστικά που θα της επέτρεπαν, παράλληλα με το μαζικό τουρισμό, να αναπτύξει και τουρισμό επιπέδου, εστιασμένου σε εναλλακτικές μορφές, όπως ο τουρισμός ευεξίας, ο αγροτουρισμός, ο θρησκευτικός, ο φυσιολατρικός, ο αθλητικός, ο συνεδριακός κ.α., μορφών τουρισμού που συμβάλλουν στην συμπλήρωση του αγροτικού εισοδήματος και στην ισόρροπη τουριστική ανάπτυξη του Νομού μας.

Είναι, επίσης, ανάγκη να υπάρξουν συνέργειες μεταξύ πολιτισμού και τουρισμού, με σκοπό τόσο την ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς όσο και την αναβάθμιση του προσφερομένου τουριστικού προϊόντος.

Όλοι μαζί, Κράτος, κόμματα, αυτοδιοίκηση, φορείς, επιχειρηματίες πρέπει να συμβάλλουμε στην κοινή προσπάθεια, να αναλάβουμε πρωτοβουλίες, να προτείνουμε μέτρα και εν τέλει να χαράξουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον τουρισμό της Κρήτης μας. Μια τέτοια στρατηγική θεωρούμε ότι θα πρέπει μεταξύ άλλων να περιλαμβάνει και τα ακόλουθα:

α. Εξειδικευμένη στρατηγική προβολής και διαφήμισης της Κρήτης σε Ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης και προβολής. Άμεση δημιουργία νέου portal για την προβολή της Κρήτης, στο οποίο θα προβάλλονται και οι δυνατότητες πραγματοποίησης εναλλακτικών μορφών τουρισμού, σε δωδεκάμηνη βάση, στα πρότυπα της Κύπρου.

β. Δημιουργία στο Ρέθυμνο, σχολής Τουρισμού του Πανεπιστημίου Κρήτης. Η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολείται στον Τουριστικό Τομέα αποτελεί σημαντικότατο ζήτημα και η λειτουργία μιας αντίστοιχης σχολής στο Ρέθυμνο, με τις τόσες σημαντικές ιδιωτικές τουριστικές υποδομές, είναι σίγουρο ότι θα στεφθεί από επιτυχία. Η γεωπολιτική θέση του νησιού εξασφαλίζει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης τη δυνατότητα να αναπτύξει κάτι παραπάνω από ένα απλό πανεπιστημιακό τμήμα για τον τουρισμό. Με σύγχρονες εγκαταστάσεις στην ανατολική Μεσόγειο, και εκμεταλλευόμενο την καλή του φήμη, το Πανεπιστήμιο Κρήτης μπορεί να δημιουργήσει ένα Τμήμα Τουριστικής Διοίκησης και Ανάπτυξης που θα συνεισφέρει ως Κέντρο Αριστείας και Δια-βίου μάθησης στην ευρύτερη περιοχή.

γ. Επαρκής φροντίδα και ανάδειξη του πλήθους των αρχαιολογικών χώρων όσο και των εγνωσμένης αξίας περιβαλλοντικών μνημείων του Ρεθύμνου (καθαριότητα, φωτισμός κ.λπ.). Ενδεικτικά και μόνο αναφέρουμε τον αρχαιολογικό χώρο της Ελεύθερνας, αλλά και το μοναδικής αρχαιολογικής και αισθητικής αξίας σπήλαιο του Γερανίου.

δ. Ανάδειξη σημαντικών γεωγραφικών ενοτήτων που θα μπορέσουν να αποτελέσουν πόλους τουριστικής έλξης, προστασία των ήδη υπαρχόντων και αποκατάσταση υπαρχουσών περιβαλλοντικών φθορών, όπως πχ. αναγέννηση του πρόσφατα καταστραφέντος φοινικοδάσους της Λίμνης του Πρέβελη. Γενικότερα, είναι απαραίτητη η συντονισμένη και συνεχής προσπάθεια βελτίωσης της περιβαλλοντικής ποιότητας.

ε. Εκπόνηση στοχευμένης μελέτης διερεύνησης και προώθησης όλων των δυνατών συνεργειών μεταξύ πολιτισμού και τουρισμού, με σκοπό τόσο την ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, όσο και την αναβάθμιση του προσφερομένου τουριστικού προϊόντος».