Ενάμιση χρόνο μετά την εμφάνιση της πανδημίας μετράμε περισσότερους από 5.000.000 θανάτους παγκοσμίως και περίπου 20.000 σε εγχώριο επίπεδο, ενώ το τελευταίο διάστημα συχνά ξεπερνούν τους 100 ημερησίως με δεκάδες διασωληνωμένους να βρίσκονται εκτός ΜΕΘ. Αυτός ο αριθμός προκύπτει χωρίς να συνυπολογίσουμε τους θανάτους που προκλήθηκαν από άλλα νοσήματα και οφείλονται στην αδυναμία ανταπόκρισης του δημοσίου συστήματος υγείας, που έχει υποβαθμιστεί σε σημείο κατάρρευσης και δεν είναι σε θέση να αντεπεξέλθει στην περίθαλψη άλλων ασθενών.
Η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κατάστασης είναι εγκληματική και δεν κρύβεται πίσω από την χρηματοδότηση των μεγάλων ΜΜΕ με την ανάλογη ωραιοποίηση μιας τραγικής πολιτικής. Με μοναδικό γνώμονα τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των μηχανισμών παραγωγής, κατανάλωσης και επιβολής, τα μέτρα που πάρθηκαν εκ μέρους του κράτους είναι αναποτελεσματικά και δεν έχουν καμία σχέση με την προστασία μας: Στην ανάγκη για αποφυγή του συνωστισμού απάντησε με ασφυκτικά γεμάτα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, υπερπληθείς σχολικές αίθουσες και καμία μέριμνα για διάφορα ευαίσθητα ιδρύματα και δομές. (φυλακές, ψυχιατρεία, γηροκομεία, στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων). Στην ανάγκη ενίσχυσης της δημόσιας υγείας απάντησε με υποστελεχωμένα νοσοκομεία, εξάντληση των υγειονομικών υπαλλήλων, κλειστές ή ελλιπώς στελεχωμένες ΜΕΘ και απουσία της πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Στην ανάγκη ύπαρξης ολοκληρωμένης ενημέρωσης απάντησε με διασπορά φόβου και αντιεπιστημονικών θέσεων, κοινωνικούς διαχωρισμούς, επιβολή και υπέρμετρη καταστολή. Ταυτόχρονα, στον οικονομικό προϋπολογισμό για την Υγεία της επόμενης χρονιάς προβλέπεται μείωση 820 εκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων τα 280 θα αφαιρεθούν από τα δημόσια νοσοκομεία.
Στη νέα πραγματικότητα που ήδη χτίζεται για μας, κάθε θάνατος μπορεί να θεωρηθεί ένα κρατικό έγκλημα. Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τη δημοσιοποίηση της μελέτης Τσίοδρα-Λύτρα, η οποία αναδεικνύει την αύξηση της πιθανότητας θανάτου σε όσους ασθενείς νοσηλεύονται εκτός ΜΕΘ, όταν δεν υπάρχει κάποια διαθέσιμη λόγω της πίεσης του συστήματος υγείας. Επιπλέον, με την πληροφόρηση ότι αυξάνονται οι πιθανότητες θανάτου σε ασθενείς ανάλογα με το νοσοκομείο που νοσηλεύονται (μεγάλη διαφορά της Αθήνας σε σχέση με άλλα νοσοκομεία όπως αυτό της Θεσσαλονίκης ή των διάφορων επαρχιών) αντιλαμβανόμαστε τις μεγάλες ελλείψεις που υπάρχουν στα νοσοκομεία σε ολόκληρη τη χώρα. Η γνωστοποίηση της έκθεσης στην κυβέρνηση από τον περασμένο Μάιο φέρνει στο προσκήνιο κυβερνητικές ευθύνες για ασθενείς που μέχρι και σήμερα δεν βρίσκουν κρεβάτι ΜΕΘ να νοσηλευτούν. Μάλιστα, μέχρι πρότινος, ο πρωθυπουργός δήλωνε με αντιεπιστημονικά επιχειρήματα ότι η διασωλήνωση σε ΜΕΘ και εκτός ΜΕΘ παρέχει την ίδια προστασία και φροντίδα στον εκάστοτε ασθενή.
Παράλληλα με το μείζον κομμάτι της δημόσιας υγείας, η κυβέρνηση βρήκε την πανδημία ως ευκαιρία να περάσει βίαιες μεταρρυθμίσεις σε όλους τους βασικούς τομείς της ζωής όπως, τα εργασιακά, την παιδεία, την ενέργεια και τα περιβαλλοντικά. Έτσι έχουμε, ιδιωτικοποιήσεις και ξεπούλημα πόρων και υποδομών από τη μία και ισοπέδωση κοινωνικών και εργατικών κατακτήσεων από την άλλη. Με αυτό τον τρόπο, η κοινωνική ψαλίδα ανοίγει, η δημοκρατία μπαίνει σε εισαγωγικά και η ζωή γίνεται όλο και δύσκολη, ιδιαίτερα, για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, που η κυβέρνηση έχει κάνει τα πάντα για να διχάσει την κοινωνία, το ζήτημα του εμβολιασμού από επιστημονικό όπλο των κοινωνιών απέναντι σε μια πανδημία έχει μετατραπεί σε βασικό σημείο αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση έχει καταφέρει συνειδητά να αποπροσανατολίσει τόσο, ώστε η αγανάκτηση, ο θυμός, η αγωνία αλλά και ο φόβος, αντί να μεταφραστούν σε διεκδίκηση των βασικών κοινωνικών αναγκών, εξαντλούνται στην αντιπαράθεση με άξονα το δίπολο εμβόλιο- αντιεμβόλιο. Η δυνατότητα του δωρεάν καθολικού εμβολιασμού αποτελεί προνόμιο της χώρας μας, που πρέπει να συνοδεύεται με το αίτημα για δίκαιο εμβολιασμό όλου του πλανήτη. Φυσικά, η μετατόπιση του δημόσιου διαλόγου και η εστίαση στο θέμα του εμβολιασμού έδωσε χώρο και σε πολύ συγκεκριμμένα μισαλλόδοξα κομμάτια της κοινωνίας να εμφανιστούν, φορώντας τον μανδύα της «διεκδίκησης ατομικών ελευθεριών», βασιζόμενα στην παραπληροφόρηση, τη συνωμοσιολογία και τελικά τη σχετικοποίηση και την υποτίμηση του κόστους της απώλειας τόσων ανθρώπινων ζωών, ακολουθώντας εν γένει την ιδεολογική γραμμή του κράτους, που είναι έτοιμο να θυσιάσει χιλιάδες αναλώσιμους στον βωμό της διατήρησης της καπιταλιστικής κανονικότητας. Έτσι, επαληθεύεται για μια ακόμη φορά ό,τι μας είναι από καιρό γνωστό: ότι οι εκφασισμένες μερίδες που κινούνται στις παρυφές της κοινωνίας αλλά και όσοι θέτουν τον εαυτό τους έξω από τη συλλογική ανάγκη και αναγνωρίζουν στην έννοια της ελευθερίας μόνο ατομικά χαρακτηριστικά δεν βρίσκονται σε αντιπαράθεση με την κρατική πολιτική, αλλά σε απόλυτη σύμπνοια, ως αναπόδραστη προέκτασή της. Επομένως, το πραγματικό δίπολο πίσω από τις μάσκες του διχασμού και της κερδοφορίας είναι ή με το δημόσιο σύστημα υγείας για τις ανάγκες της κοινωνίας ή με την κατάρρευση και την ιδιωτικοποίηση του για τα κέρδη των λίγων.
Το νοσοκομείο Ρεθύμνου καταρρέει
Το τοπικό νοσοκομείο του νομού, όπως και όλα τα επαρχιακά νοσοκομεία της επικράτειας, επιφορτίστηκε εξαρχής με την ευθύνη της πλήρους διεκπεραίωσης της περίθαλψης ασθενών με κορονοϊό. Ενώ αποτελεί δευτεροβάθμιο νοσοκομείο, εν πλήρη απουσία ή ανεπαρκή οργάνωση άλλων δομών της δημόσιας υγείας, ανέλαβε σχεδόν εξ ολοκλήρου την διάγνωση, τη διαλογή, τη νοσηλεία των ασθενών αλλά και την αντιμετώπιση βαρέως πασχόντων στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Το τμήμα επειγόντων περιστατικών χωρίστηκε στα δύο, ο χειρουργικός τομέας σχεδόν εξαϋλώθηκε, καθώς τμήματά του μετατρέπονται στη λεγόμενη «κορονοκλινική» (έμεινε κατά περιόδους με 17 εκ των 55 οργανικών κλινών), το αναισθησιολογικό τμήμα έχει αποδεκατιστεί και εξουθενωθεί, προσπαθώντας να καλύψει ταυτόχρονα τις ανάγκες των χειρουργείων, των επειγόντων περιστατικών αλλά και των υποτροπών στην Covid κλινική, ενώ τα εξωτερικά ιατρεία της παθολογικής δεν λειτουργούν εδώ και χρόνια, καθώς το προσωπικό δεν επαρκεί για να τα καλύψει.
Προφανώς σε όλη αυτή την περίοδο από την έναρξη της πανδημίας στη χώρα μας, ελάχιστα έγιναν τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο ως προς τη στελέχωση του νοσοκομείου, τον εξοπλισμό του και τη στήριξη των επιπρόσθετων αναγκών από άλλες δομές υγείας. Αντιθέτως, το νοσοκομείο κλήθηκε να στελεχώσει δύο εμβολιαστικές γραμμές πλήρους λειτουργίας εδώ και 12 μήνες, αλλά και να επιβιώσει μετά την αναστολή εργασίας των ανεμβολίαστων εργαζομένων του από τον Σεπτέμβριο, ενώ θα μπορούσαν με συνεχείς διαγνωστικούς ελέγχους να δουλεύουν κανονικά. Κατά τα λοιπά, το νοσοκομείο συνέχισε να λειτουργεί και να προσπαθεί να καλύψει της αυξημένες ανάγκες του νομού ολόκληρο τον χρόνο αλλά και κατά την καλοκαιρινή περίοδο, με την τουριστική κοσμοπλημμύρα.
Οι υγειονομικοί υπάλληλοι του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, αλλά και των άλλων τουριστικών περιοχών, έπρεπε να διαχειριστούν υπό τραγικές συνθήκες την απροκάλυπτη προτεραιότητα της οικονομίας έναντι της ανθρώπινης ζωής που τέθηκε από το κράτος. Και όλα αυτά ένα μικρό, δευτεροβάθμιο νοσοκομείο που ακόμα και σήμερα δεν θεωρήθηκε ποτέ κέντρο αναφοράς για κορονοϊό.
Σε έναν νομό χωρίς καμία άλλη μονάδα υγείας, χωρίς οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, τόσο για τον αγροτικό όσο και για τον αστικό πληθυσμό, το Γενικό Νοσοκομείο Ρεθύμνου αποτελεί τη μοναδική ελπίδα σωτηρίας των συνανθρώπων μας που θα χρειαστούν ιατρονοσηλευτική περίθαλψη. Χωρίς την άμεση ενίσχυσή του, θα γίνουμε όλοι μάρτυρες της πρωτοφανούς ολοκληρωτικής κατάρρευσης του νοσοκομείου, το οποίο δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις ανάγκες περίθαλψης του τόπου και η εικόνα ενός ολόκληρου νομού να καταφεύγει σε άλλες πόλεις προκειμένου να νοσηλευτεί θα καταστεί απτή πραγματικότητα.
Σαν πολίτες αυτού του τόπου δε πρόκειται να αφήσουμε την υγεία μας στα χέρια τους. Απέναντι στην εγκληματική πολιτική του κράτους και την απόλυτη υποβάθμιση των ζωών μας, δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια να παρακολουθούμε.
Στεκόμαστε αλληλέγγυοι/ ες και αγωνιζόμαστε με τους μαχόμενους υγειονομικούς υπαλλήλους, στηρίζοντας τα αιτήματά τους, που είναι και δικά μας, για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας. Είμαστε με τους γιατρούς, τις νοσηλεύτριες και τους νοσηλευτές, τους τεχνικούς των εργαστηρίων, τους διοικητικούς υπαλλήλους, τις καθαρίστριες και τους ανθρώπους της φύλαξης. Είμαστε μαζί με τους ασθενείς που χρειάζονται πρόσβαση στα δημόσια νοσηλευτήρια, ανεξαρτήτως εθνικότητας, χρώματος, σεξουαλικής ταυτότητας, ηλικίας ή οποιουδήποτε άλλου επίπλαστου διαχωρισμού. Μπαίνουμε σε διαδικασία συγκρότησης συντονιστικού για τη δημόσια υγεία στο Ρέθυμνο, ώστε να ενημερώνουμε για την πραγματική κατάσταση στο νοσοκομείο μας και να δημιουργήσουμε ένα δημόσιο χώρο διεκδίκησης και αλληλεγγύης.
Η πραγματική πανδημία είναι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Μαζί για να μην αφήσουμε ό,τι είναι δικό μας.
Για να μην συνηθίσουμε τον θάνατο.
- Άμεση στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
- Άμεση ενίσχυση του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου.
- Άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων των Υγειονομικών.
- Άμεση οργάνωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στον νομό.
- Ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση σε όλα τα μέτρα πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
- Δημόσια και δωρεάν υγεία για όλους/ες
Συντονιστικό Ρεθύμνου για τη Δημόσια Υγεία
ygeiarethymno.wordpress.com
e-mail: syn.ygeia.rethymno@gmail.com