«Σταγόνα στον ωκεανό» μοιάζουν οι πολυδιαφημισμένες φοροελαφρύνσεις και αυξήσεις εισοδήματος που έκαναν πρεμιέρα με την έλευση του νέου έτους, μπροστά στα στοιχεία που μαρτυρούν το μέγεθος του προβλήματος που βιώνουν πολλά νοικοκυριά, βρισκόμενα αντιμέτωπα με ανεξέλεγκτη ακρίβεια δυσανάλογη του εισοδήματός τους. Η εικόνα που καταγράφουν οι πιο πρόσφατες εκθέσεις της Κομισιόν και της Eurostat είναι ενδεικτική και αποδομεί το κυβερνητικό αφήγημα περί ευημερίας των αριθμών και των πολιτών.
Ειδικά οι επισημάνσεις της Κομισιόν στην έκθεση του β’ ευρωπαϊκού εξαμήνου σχετικά με τις κοινωνικές δαπάνες στη χώρα μας μαρτυρούν πως κινδυνεύει να πάει περίπατο το αφήγημα περί σύγκλισης με την Ευρώπη, στο οποίο σχεδόν μονότονα αναφέρεται η κυβέρνηση. Για πρώτη φορά εξάλλου συγκαταλέγει την Ελλάδα ανάμεσα σε δέκα χώρες για τις οποίες διαπιστώνονται κίνδυνοι για την ανοδική σύγκλιση, την ώρα που ο πρωθυπουργός σε πρόσφατο άρθρο του σημείωνε πως «όταν ακόμα και μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες αδυνατούν να ψηφίσουν προϋπολογισμό, η χώρα μας πετυχαίνει σταθερά βήματα ανάπτυξης και σύγκλισης» και υποσχόταν ότι «το 2025 θα είναι μια χρονιά περαιτέρω σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και το προοίμιο για τα επόμενα δύο έτη».
Η Κομισιόν σημειώνει ότι «σε ένα πλαίσιο υψηλού πληθωρισμού και μειωμένων κοινωνικών δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ, η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας και της κοινωνικής ένταξης, με τους περισσότερους δείκτες να υποδεικνύουν μια “κρίσιμη κατάσταση”».
Ένα από τα κορυφαία προβλήματα αποτελεί η στεγαστική κρίση. Το 2023 το ποσοστό των νοικοκυριών που επιβαρύνονται υπερβολικά από το κόστος στέγασης αυξήθηκε (κατά 1,8% σε σχέση με το 2022) στο 28,5% στην Ελλάδα, που είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ε.Ε. και υπερτριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (8,8%).
Ένας στους τέσσερις πολίτες εξακολουθεί να κινδυνεύει από φτώχεια
Την ίδια ώρα ένας στους τέσσερις πολίτες εξακολουθεί να κινδυνεύει από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό. Αν και υπήρξε μια μικρή βελτίωση τα τελευταία χρόνια, η αλήθεια είναι ότι το 26,1% στη χώρα μας είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. (21,3%). Ακόμα χειρότερα η παιδική φτώχεια απειλεί το 28,1% στην Ελλάδα, έναντι 24,8% στην Ε.Ε.
Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι το εύρημα πως το 11,6% του πληθυσμού αναφέρει ότι δεν μπόρεσε να καλύψει ιατρικές ανάγκες, κυρίως λόγω κόστους, ποσοστό αυξημένο κατά 2,6% σε σχέση με το 2022 και υπερτετραπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου που είναι 2,4%.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό πως το κατά κεφαλήν ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι μόλις το 67% του μέσου όρου της Ε.Ε., το δεύτερο χαμηλότερο μετά τη Βουλγαρία. Παρά την αύξησή του σε σχέση με το 2022, το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά χαμηλότερο από ό,τι πριν από την κρίση. Συγκεκριμένα ανέρχεται στο 81,2% των επιπέδων του 2008, έναντι 111% στην Ε.Ε.
Στην έκθεση της Κομισιόν σημειώνεται επίσης πως η ελληνική αγορά εργασίας παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις, ιδίως για τις γυναίκες και τους νέους, καθώς επισημαίνεται πως παρότι το 2023 το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε, ωστόσο μόνο το 67,4% του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας απασχολούνταν, παραμένοντας σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. του 75,3%.
Πέρα από τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ήρθε και η επίσης πρόσφατη κατάταξη της Eurostat που βρίσκει την Ελλάδα στον «πάτο» σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη του μισθού και τρίτη από το τέλος σε μέσο ετήσιο προσαρμοσμένο μισθό πλήρους απασχόλησης.
Σε αυτά τα στοιχεία θα πρέπει βεβαίως να συνυπολογιστεί πως για τη χρονιά που πέρασε η Ελλάδα ήταν η 6η ακριβότερη αγορά ενέργειας, ενώ όπως εξηγεί (στις διπλανές στήλες) στο άρθρο του ο Ηλίας Ιωακείμογλου, ενώ η Ελλάδα εμφανίζεται πρωταθλήτρια στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, η πραγματικότητα είναι ότι κατά τα έτη 2019-2023 στη χώρα μας υπήρξε συρρίκνωση του παραγωγικού συστήματος διότι οι επενδύσεις που έγιναν ήταν μικρότερες από το πάγιο κεφάλαιο που αποσύρθηκε.
Επιπλέον, η χώρα μας έχει το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ επιτοκίου δανεισμού και επιτοκίου καταθέσεων, κάτι που πλήττει πρωτίστως το λαϊκό εισόδημα και δεν άγγιξε καν η κυβέρνηση στις παρεμβάσεις της προς τις τράπεζες κατά τον προϋπολογισμό.
«Για την κυβέρνηση οι αριθμοί ευημερούν ενώ οι άνθρωποι υποφέρουν. Τη ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου τη δεκαετία του 1960 την επαναλαμβάνει σήμερα, όχι ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε καν τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά η ίδια η Κομισιόν. Η οποία επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα χάνει το τρένο της ανοδικής σύγκλισης, με βασικούς δείκτες να βρίσκονται σε οριακό επίπεδο ή σε «κρίσιμη κατάσταση»», τόνισε σε σχετική δήλωσή του ο τομεάρχης Οικονομικών και Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Χάρης Μαμουλάκης