Του Μανώλη Εγγλέζου Δεληγιαννάκη
Με την τουρκική επιθετικότητα σε φάση υλοποίησης πλέον, τα περιθώρια για να κοροΐδευόμαστε μεταξύ μας για τις προθέσεις του ισλαμοφασιστικού γειτονικού κράτους εξαντλήθηκαν. Η κατευναστική πολιτική εξημέρωσης του θηρίου καταρρέει με πάταγο, αφήνοντάς μας μόνους με τον καθρέφτη, δίχως τους παραμορφωτικούς φακούς μιας ιδεοληψίας που πίστευε πως μπορεί να το ρισκάρει με την Τουρκία τείνοντας …κλάδο ελαίας στους γενοκτόνους!
Κάποτε θα πρέπει ν’ απασχολήσει σοβαρά το λαό μας το πώς αρνηθήκαμε να δούμε την πραγματικότητα, απολαμβάνοντας πάνω σε ροζ συννεφάκια μια ψεύτικη ευμάρεια, με όχημα τον «εκσυγχρονισμό» και μιαν αφελή προσέγγιση περί …λαών που δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, παραβλέποντας και τους τουρκικούς σχεδιασμούς και το ότι ο λαός στη γείτονα είναι χωρισμένος σε αυτούς που καταπιέζονται σε συνθήκες χούντας και σε αυτούς που στηρίζουν την επιθετική πολιτική ενάντια στην πατρίδα μας (της Κύπρου συμπεριλαμβανομένης), την Αρμενία, τη Συρία, τη Λιβύη, το Ιράκ, τους Κούρδους κι άλλους, σε έναν κατάλογο που δεν έχει τελειωμό. Αλλά αυτό θα πρέπει να γίνει αφού ασχοληθούμε σοβαρά να αποτρέψουμε τον επερχόμενο εθνικό ακρωτηριασμό. Ας ελπίσομε μόνο να μη γίνει μετά από μια νέα Καταστροφή.
Προς το παρόν οφείλομε να αποκρούσομε την Τουρκική επέλαση. Η οποία ήδη λαμβάνει χώρα, διεκδικώντας εδάφη Ελληνικά, αλλά και εμποδίζοντάς μας να ασκήσομε νόμιμα δικαιώματά μας και να επεκταθούμε με βάση το διεθνές δίκαιο. Κι εκεί χρειαζόμαστε μιαν άλλου τύπου διαχείριση από αυτή που κάνει το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό διαχρονικά.
Στο πεδίο της διεκδίκησης ελληνικών γαιών, η Τουρκία κλιμακώνει συνεχώς τη ρητορική της. Έχει εκφράσει στο παρελθόν απαιτήσεις μέχρι και στην Κρήτη, ενώ πλέον ανακάλυψε κυριαρχικά δικαιώματα και στο Καστελόριζο. Κι επειδή είναι σοβαρό κράτος, με σχεδιασμό και στοχεύσεις, θα πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά αυτά που λέει και να μην κρυφτούμε ξανά πίσω από το δίκιο μας και τα «αήττητα νομικά όπλα» που επικαλείτο ο Σημίτης στα Ίμια, τα οποία επί εποχής του εγκαταλείψαμε και επί Σύριζα προσάρτησαν κι επίσημα οι Τούρκοι και τα καταχώρησαν στο κτηματολόγιό τους.
Στο πεδίο της απαγόρευσης στην Ελλάδα ν’ ασκήσει τα δικαιώματά της, δεν έχομε μονάχα το Casus Belli για την ανακήρυξη χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Έχομε και την εν τοις πράγμασι επιβολή της Γαλάζιας Πατρίδας, με καταπάτηση της υφαλοκρηπίδας μας και απαγόρευση οριοθέτησης ΑΟΖ με την Κύπρο. Έτσι, οι Τούρκοι αλωνίζουν στο Αιγαίο και δεν επιτρέπουν στους Έλληνες να βγούνε πέρα από τα 6 μίλια. Κι η πολιτική μας ηγεσία παριστάνει πως αντιστέκεται ορίζοντας ως κόκκινη γραμμή τα 6 μίλια των χωρικών μας υδάτων, ενώ στο μεταξύ καταστρέφουν τη ζωή των νησιωτών μας. Οι ψαράδες μας εμποδίζονται να αλιεύσουν όπου πάντα ψάρευαν, στα πέραν των 6 μιλίων διεθνή ύδατα, γιατί τώρα οι Τούρκοι τα θεωρούν ΑΟΖ τους. Και αντί ο στόλος μας να διασφαλίσει το δικαίωμά τους να δουλέψουν, έχει εντολές να κοιτάζει αμέτοχος από τα 6 μίλια!
Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης είναι και άμεσες και μεσοπρόθεσμες. Στις άμεσες θα πρέπει να συγκαταλεχθούν η αποδοχή, εκ μέρους της κυβέρνησης, της Γαλάζιας Πατρίδας και η παραίτηση από το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και οριοθέτησης ΑΟΖ με την Κύπρο. Μεσοπρόθεσμη είναι η επερχόμενη εγκατάλειψη των νησιών από τον πληθυσμό που δε θα μπορεί πια να υποστηρίξει τη ζωή του εκεί οικονομικά, καθώς του απαγορεύεται να δουλέψει. Κι ένα νησί με μειούμενο πληθυσμό, περικυκλωμένο από την Τουρκική Γαλάζια Πατρίδα, είναι θέμα χρόνου πότε θα εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους του και θα καταληφθεί από τους γενοκτόνους της Άγκυρας.
Απέναντι σ’ αυτά, η κυβέρνηση δείχνει να μην έχει σχέδιο. Έχει σίγουρα κάποιες θετικές εκλάμψεις, όπως η απόκρουση της δι’ αντιπροσώπων εισβολής στον Έβρο, η (ημι)οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, η συνεννόηση με τη Γαλλία και η σύμπραξη με τα Εμιράτα και τις χώρες του Κόλπου. Εν δυνάμει μπορεί να διαμορφωθεί μια συμμαχία που θα μπορούσε να έχει αποτρεπτικά αποτελέσματα. Όμως…
Οι κινήσεις αυτές μένουν ανολοκλήρωτες. Υποτάσσονται στους σχεδιασμούς της Γερμανικής Ευρώπης και δε γίνεται το κρίσιμο βήμα προς τη χειραφέτησή μας από τον ασφυκτικό αυτόν εναγκαλισμό. Όσο κι αν σε μεγάλο βαθμό η Γερμανία μας ελέγχει οικονομικά, και μόνο το ένστικτο της επιβίωσης θα αρκούσε σε αυτές τις δραματικές στιγμές να θέσει τις προτεραιότητες που πρέπει. Κι όμως αυτό δε γίνεται· αντίθετα, στη σύνοδο κορυφής ο Πρωθυπουργός συναινεί στην Πολυμερή διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο, ενώ αμέσως πριν η διπλωματία μας ανακοίνωνε στους εταίρους ότι δε δεχόμαστε κάτι τέτοιο, καθώς η Τουρκία προκαλεί συνεχώς. Για άλλη μια φορά εμφανίζεται το αναξιόπιστο πρόσωπο της Ελλάδας, το οποίο δεν τη γελοιοποιεί μόνο στην Τουρκία και τους Ευρωπαίους υποστηρικτές της, αλλά και στις δυνάμεις εκείνες με τις οποίες υποτίθεται ότι διαμορφώνομε ένα αντιτουρκικό μέτωπο: Πώς θα βασιστεί η Γαλλία σε μιαν Ελλάδα που παλινωδεί, πώς θα τη θεωρήσει σοβαρό εταίρο η Αίγυπτος και τα Εμιράτα; Η ζημιά είναι τεράστια, γιατί και οι εν δυνάμει σύμμαχοι θα αποστασιοποιηθούν και δε θα μπορέσουν να συμπήξουν μιαν αποτρεπτική, για τους δικούς λόγους, συμμαχία, δίχως την Ελλάδα και την Κύπρο. Η Τουρκία και πάλι βγαίνει κερδισμένη, όχι γιατί νικάει η ίδια αλλά γιατί αυτοχειριαζόμαστε εμείς.
Δεν υπάρχει πια δικαιολογία για τη στάση αυτή. Διακυβεύεται η ύπαρξή μας κι εμείς δεν έχομε σχέδιο, μόνο σπασμωδικές αντανακλαστικές κινήσεις που έχουν περιορισμένα περιθώρια και αφήνουν την πρωτοβουλία στην Τουρκία. Αλλά αυτά είναι τα όρια του διαθέσιμου πολιτικού προσωπικού. Για τα δεδομένα του, έχει ήδη υπερβεί τον εαυτό του, όχι γιατί το ήθελε, αλλά γιατί ο Ερντογάν του έχει αφαιρέσει τα προσχήματα. Όμως δε μπορεί να κάμει κάτι παραπάνω…
Μια άλλη πολιτική θα συνειδητοποιούσε ότι η Τουρκία διεξάγει συνεχώς πολέμους: από τη Λιβύη στη Συρία κι από το Αρτσάχ στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Θα καταλάβαινε ότι μπορεί να κατανοήσει μόνο τη γλώσσα της ισχύος. Θα κατανοούσε ότι η σημασία της Τουρκίας και το ότι υποχρεώνει τις άλλες δυνάμεις να τη λαμβάνουν υπ’ όψη τους οφείλεται, εκτός από τη σοβαρή και ανεξάρτητη πολιτική της, και στο μέγεθός της, και θα επεξεργαζόταν στρατηγικές αποσταθεροποίησής της στο εσωτερικό και αποτροπής της στα σύνορα, όχι μόνο της επικράτειας αλλά και της ΑΟΖ που δεν οριοθετούμε.
Μια άλλη πολιτική θα επέκτεινε τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια, θα εξόπλιζε τη χώρα με βάση τις ανάγκες της και όχι τις ανάγκες των εμπόρων όπλων, θα προχωρούσε στην ανάπτυξη αμυντικής βιομηχανίας, θα είχε κιόλας οριοθετήσει ΑΟΖ με την Κύπρο, θα σφυρηλατούσε συμμαχία αμυντική με τη Γαλλία, θα ηγείτο σε μια συνεννόηση των ομόρων της Τουρκίας χωρών, θα υποδαύλιζε τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της. Μπορούμε να καλύπτομε σελίδες του τί θα έπρεπε αυτονοήτα να γίνει. Αλλά αυτά χρειάζονται μιαν άλλη θεώρηση των πραγμάτων, μιαν άλλη πολιτική, μια πολιτική με σχεδιασμό και όραμα, με αμυντικό δόγμα αποτροπής, απρόβλεπτη και όχι δεδομένη.
Δυστυχώς ο χρόνος έχει τελειώσει. Με την εκ μέρους μας αποδοχή των τετελεσμένων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, δεν είμαστε στο παραπέντε αλλά στο και τέταρτο. Ο λαός μας έχει την ευθύνη να επιβάλει μιαν άλλη πολιτική, σε μια πατριωτική δημοκρατική κατεύθυνση, σε μια προσπάθεια να περισωθεί ό,τι μπορεί. Που βέβαια θα κληθεί να την υλοποιήσει πολιτικό προσωπικό το οποίο την ενστερνίζεται…