Ζούμε μια συγκυρία όπου η μέχρι χτες κανονικότητα έχει διαλυθεί. Πόλεμος στην Ουκρανία, πόλεμος στη Μέση Ανατολή, διείσδυση του ισλαμοφασισμού στις δυτικές κοινωνίες υπό την καθοδήγηση της Τουρκίας και κέντρων που αυτή στηρίζει, εθνοκάθαρση στο Αρτσάχ, ανάδυση ολοκληρωτικών καθεστώτων που καταπιέζουν τις κοινωνίες τους και προβάλλουν αναθεωρητικές τάσεις.
Οι προτεραιότητες είναι δεδομένες, τις επιβάλλει η συγκυρία· όμως οι Δυτικές κοινωνίες, προπύργια ιδεολογικά (γιατί τα οικονομικά έχουν μεταφερθεί αλλού) του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, ευρισκόμενες σε δικαιωματιστική αφασία και πλήρη εσωστρέφεια, αρνούνται να κοιτάξουν γύρω τους. Στο δημόσιο διάλογο βρίσκονται ζητήματα που θέτουν οργανωμένες μειοψηφίες, συγκροτούμενες σε αντίθεση με το κοινωνικό σύνολο, τη φύση, τη λογική αλλά εν τέλει και με την προοδευτική γλώσσα που εκφέρουν.
Στην Ελλάδα, με διαρκή ζητήματα στην εξωτερική πολιτική απέναντι στην Τουρκία και τα Σκόπια, με την κατοχή της μισής Κύπρου να μετρά μισόν αιώνα, με το casus belli παρόν σε κάθε «προσέγγιση» με την Τουρκία, με τη φτώχεια να χτυπά την πόρτα όλο και περισσότερων νοικοκυριών, τη βία ανάμεσα στους νέους να μας σοκάρει, το επίπεδο της εκπαίδευσης να πέφτει όλο και πιο χαμηλά, την κοινωνική συνοχή να διαλύεται, το δημογραφικό να επιτελεί μια σιωπηλή γενοκτονία, την παραγωγική δομή να παραμένει παρασιτική, η κοινωνία συζητά, σαν να μην είχε άλλες προτεραιότητες, το γάμο και την τεκνοθεσία των ομοφυλόφιλων.
Θα πρέπει εδώ να σημειώσομε ότι ρόλο σε όλα αυτά παίζει η παντοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος, ελλείψει σοβαρής αντιπολίτευσης. Και η έπαρση που, παρά τις περί του αντίθετου δηλώσεις του Πρωθυπουργού, χαρακτηρίζει κάποιον που παίζει χωρίς αντίπαλο. Είναι μακριά οι μέρες της αντίστασης στην τουρκική πολιτική εποικισμού της χώρας, η διάγνωση ανάγκης και η (εν μέρει τελικά) υλοποίηση εξοπλισμών, η προβολή της χώρας ως ακρίτα της Ευρώπης που δημιουργούσε σεβασμό και συσπείρωνε τις χώρες της ΕΕ γύρω από την Ελλάδα. Τώρα περάσαμε στη διαμεσολάβηση υπέρ της Τουρκίας στη Δύση, στην κατανόηση της αναγκαιότητας υποχωρήσεων σε μια σχέση όπου μόνο το ένα μέρος διεκδικεί, στην απουσία του κράτους από την καθημερινότητα του πολίτη, στην ανοχή της αυθαιρεσίας, της βίας, της παραβατικότητας.
Συγχρόνως, η Νέα Τάξη επιβάλλει στις Δυτικές κοινωνίες την εμπορευματοποίηση των πάντων, τον ναρκισσιστικό ατομικισμό, την αποθέωση του ατόμου και τη σύγκρουση όλων εναντίων όλων. Και, παρ’ όλο που προτάσσεται καθημερινά μια ρητορική περί ατομικών δικαιωμάτων αυτή έχει μονομερή και στοχευμένη κατεύθυνση.
Το ζήτημα της τεκνοθεσίας των ομοφυλόφιλων έχει πάρει στην Ελλάδα αυτή την περίοδο μια μεγάλη προβολή. Αν και τίθεται ως ζήτημα κατοχύρωσης δικαιώματος μιας μειοψηφικής μερίδας της κοινωνίας, στην πράξη καταλήγει σε μιαν εγωιστική προσέγγιση που αγνοεί τα δικαιώματα άλλων και καταπατά αξίες πανανθρώπινες.
Το παιδί, με το που γεννιέται, είναι υποκείμενο δικαιωμάτων. Η σχέση του με τους γονείς του είναι αδιαπραγμάτευτη, ιδίως με τη μάνα του, για λόγους φυσικής λειτουργίας και συναισθημάτων. Η γαλουχία αποτελεί κομβική διαδικασία που επιτρέπει την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού, ενώ ο ψυχισμός του χρειάζεται τα πρότυπα του πατέρα και της μάνας για να διαμορφωθεί. Θα μπορούσαμε να αναπτύσομε επί μακρόν το ευαίσθητο ζήτημα των αναγκών ενός παιδιού που μεγαλώνει, θα αρκεστούμε όμως στα παραπάνω αυτονόητα.
Για τα δικαιώματα του παιδιού στους φυσικούς του γονείς και ιδίως στη βιολογική του μητέρα, κανείς δε μιλάει όταν τίθεται το θέμα της τεκνοθεσίας των ομοφυλόφιλων. Σε μιαν εποχή που χαρακτηρίζεται από εγωισμό και πρόταξη των δικαιωμάτων του ενός σε βάρος του άλλου, τα παιδιά δεν υπάρχουν στο δημόσιο προβληματισμό. Είναι κι αυτό φαινόμενο της εποχής μας, της κουλτούρας της ακύρωσης, της «αφύπνισης» (woke) και του άκρατου δικαιωματισμού, μονομερώς προτεινόμενου κι εφαρμοζόμενου.
Η παράδοσή μας έχει, σε ανύποπτο χρόνο μιλήσει για την ανάγκη του παιδιού να έχει τη μάνα του, μέσα από το δημοτικό μας τραγούδι, που μου θύμισε ο Σταύρος Γερωνυμάκης:
Πέρα στην πέρα γειτονιά, πέρα στην πέρα ρούγα,
Κοιλιοπονούν δυο λυγερές, μιά φτώχια και μια πλούσια
Στση πλούσιας μπαινοβγαίνανε εκατοδυό μαμήδες,
Μα στση καημένης τση φτωχιάς η Παναγιά κι ο γιός της.
Γεννά η φτώχια κ’ έκαμε παιδί καμαρωμένο
Γεννά κ’ η πλούσια κ’ έκαμε φίδι φαρμακωμένο.
Παίρνουν τση φτώχιας το παιδί και πάνε το τση πλούσιας,
Μα το παιδί εμίλησε πάνω στην τρίτη μέρα,
Αμέτε με στση μάνας μου να με γλυκοβυζάξει,
μα τούτο ‘νε φαρμακερό και θα με φαρμακέψει…
Παράλληλα, το θέμα της τεκνοθεσίας έχει και μιαν άλλη παράμετρο: Την παρένθετη μητέρα. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε το φαινόμενο αυτό ως μιαν αλτρουιστική προσφορά γυναικών, πολλές φορές μάνα για την κόρη της που δε μπορεί να τεκνοποιήσει, και προς αντιμετώπιση της αδυναμίας τεκνοποιίας για ιατρικούς λόγους. Πρόσφατα, ο Κασσελάκης μας το ανέδειξε ως τρόπο κατά παραγγελία απόκτησης παιδιών, που μάλιστα θα έχουν και το φύλο τους προκαθορισμένο. Η τεκνοθεσία των ομοφυλόφιλων μέσω παρένθετης μητέρας καθιστά πλέον τη γυναίκα μηχανή μαζικής παραγωγής βρεφών τα οποία έχουν παραγγείλει και αγοράσει εύρωστοι οικονομικά «γονείς». Εδώ τα στοιχεία που μπαίνουν έχουν πολύπλευρες διαστάσεις:
Υπάρχει η ταξική διάσταση: Η γυναίκα που θα δεχτεί να κυοφορήσει το κατά παραγγελία έμβρυο, είναι γυναίκα με μεγάλη οικονομική ανάγκη που δέχεται να πουλήσει το βρέφος της, ως προϊόν, σε κάποιον που έχει τα χρήματα να το αγοράσει. Εδώ μιλούμε για ταξική εκμετάλλευση, αποξένωση της μάνας από το παιδί της και αποκοπή του παιδιού από τη μάνα του.
Υπάρχει η φεμινιστική διάσταση: Η γυναίκαι υποβιβάζεται σε θερμοκοιτίδα ανάπτυξης εμβρύων που προορίζονται για πώληση. Το σώμα της γίνεται μέσο επίτευξης σκοπών τρίτων. Θα δούμε άραγε μιαν επαγγελματική διέξοδο να αναδύεται για τις γυναίκες, όπου θα υποβιβάζεται το σώμα τους σε θάλαμο παραγωγής ανθρώπων;
Τελικά ποιοι είναι αυτοί που δέχονται να πληρώσουν μια μάνα να κυοφορήσει το παιδί της εννιά μήνες και να τους το παραδώσει, με συμβόλαιο και ρήτρες εξαφάνισης από τη ζωή του παιδιού; Ποιοι δέχονται να αντιμετωπίσουν το παιδί ως εμπόρευμα και την παρένθετη μητέρα ως πάροχο υπηρεσιών κυοφορίας;
Το ζήτημα προκύπτει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και αντανακλά περαιτέρω επιδιώξεις μιας καταναλωτικής εμπορευματικής λογικής. Οι φαρμακοβιομηχανίες και οι ιατρικές υπηρεσίες που σχετίζονται με την αλλαγή φύλου έχουν βρει μια προσοδοφόρα αγορά, και απευθύνονται σε νεαρές ηλικίες· ήδη βέβαια, αντιμετωπίζουν αγωγές νέων που ως έφηβοι, επηρεαζόμενοι από τη διαρκή πλύση εγκεφάλου των θεωριών της αφύπνισης (woke) και των έμφυλων ταυτοτήτων κατέφυγαν σε θεραπείες και επεμβάσεις φυλομετάβασης που αργότερα, σε μιαν ωριμότερη ηλικία μετάνιωσαν. Πάντως κι εδώ τα ζητήματα φύλου αντιμετωπίζονται ως ένα ακόμα πεδίο δράσης του κεφαλαίου.
Εντύπωση προκαλεί και η γενικευμένη προπαγάνδιση του μέτρου από σύσσωμο το χώρο των ΜΜΕ, τη στιγμή που η ελληνική κοινωνία στη συντριπτική της πλειοψηφία το απορρίπτει, διαπερνώντας οριζόντια το πολιτικό φάσμα. Κι εδώ επιστρατεύονται οι συνήθεις αφορισμοί περί ακροδεξιάς κλπ, ώστε να υποχρεώσουν σε σιωπή την πλειοψηφία, σε συνδυασμό με τα φροντιστήρια στα οποία η κυβέρνηση υποβάλλει τους βουλευτές της ώστε να κάμψει τις αντιδράσεις τους και να ψηφίσουν μαζί με την αντιπολίτευση το νόμο.
Πίσω από το νομοσχέδιο κρύβεται η ευρύτερη τάση της Νέας Τάξης να αποδομήσει τα θεμέλια της κοινωνίας, βάση της οποίας είναι η οικογένεια. Όμως, ένας λαός που έχει να αντιμετωπίσει τη δημογραφική κατάρρευση, πρέπει να ασχολείται με την αναστροφή της και όχι να δέχεται τη διάλυση του πυρήνα της ύπαρξής του. Γιατί αν το δέχεται, σημαίνει ότι έχει αποδεχτεί την πορεία του στην εξαφάνιση.