ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Μητσοτάκης: Εργασιακός μεσαίωνας και ζούγκλα της αγοράς είναι οι απεργίες

Σφοδρή επίθεση στο συνδικαλισμό εξαπέλυσε ο πρωθυπουργός, υπερασπιζόμενος το εργασιακό νομοσχέδιο. Άφησε αιχμές για μαγαζάκια που είχαν στηθεί μέσα στην Επιθεώρηση Εργασίας. Κατέθεσε ο ίδιος αίτημα ονομαστικής ψηφοφορίας.

Τη ρητορική για απεργίες από λίγους σε βάρος των πολλών επανέφερε και από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, εξαπολύοντας όπως αναμένετο σφοδρή επίθεση στο συνδικαλισμό και υποστηρίζοντας ότι το εργασιακό νομοσχέδιο είναι εκσυχρονιστικό, αλλά και στον πυρήνα του φιλεργατικό και πιο προοδευτικό από “τα αριστερά συνθήματα ενός αιώνα”.

Κατέθεσε μάλιστα ο ίδιος αίτημα ονομαστικής ψηφοφορίας, καλώντας τον Αλέξη Τσίπρα και τη Φώφη Γεννηματά να ψηφίσουν συγκεκριμένες διατάξεις του νομοσχεδίου, ενώ στο κλείσιμο της ομιλίας του διάβασε κείμενο του αείμνηστου Μιχάλη Παπαγιαννάκη από το 1992, υποστηρίζοντας ότι το ιστορικό στέλεχος της αριστεράς προέβλεπε όσα ουσιαστικά ρυθμίζει σήμερα το νομοσχέδιο.

Ο πρωθυπουργός ξεκίνησε υποστηρίζοντας ότι “εργαζόμενοι και μη αναστατώνονται από ξαφνικές απεργίες, οι οποίες ξαφνικά κηρύσσονται παράνομες αλλά τελικά γίνονται από λίγους σε βάρος των πολλών”.

Σχολίασε ότι: “Δεν είναι τυχαίο την περασμένη εβδομάδα η συμμετοχή στην απεργία των μέσων μαζικής μεταφοράς κυμάνθηκε από 10% έως 20%. Η πρωτεύουσα όμως παρέλυσε επειδή έτσι αποφάσισαν ένας με δύο στους δέκα εργαζόμενους.” Και υποστήριξε πως: “Ενώ υποτίθεται ότι ο εχθρός ήταν η κυβέρνηση, τελικά τα θύματα ήταν και πάλι οι πολίτες. Ο άρρωστος που ήθελε να πάει στο γιατρό, η νοικοκυρά που ήθελε να πάει να κάνει τα ψώνια της. Αυτό θα μπορούσε να αποκλεισθεί ζούγκλα της αγοράς ή εργασιακός μεσαίωνας σύμφωνα με τα γνωστά συνθήματα, που με τόση άνεση και από κοινού αναμασάτε.”

Ο κ. Μητσοτάκης με αυτή την τακτική “κοινωνικού συνδικαλισμού” θέλησε να στρέψει τους πολίτες κατά του συνδικαλισμού. Και δήλωσε ότι: “Ο νέος νόμος έρχεται να αλλάξει αυτή την κατάσταση για πρώτη φορά από το 1982, θέτει κανόνες στη ζούγκλα και ξεπερνά το μεσαίωνα”, καθιστώντας σαφές ότι με το νομοσχέδιο παίρνει τη ρεβάνς ακυρώνοντας τα νομοσχέδια της πρώτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου.

Ο πρωθυπουργός υποστήριξε όμως ότι όσοι αντιδρούν στο νομοσχέδιο “είναι οπαδοί της συντήρησης και της καθήλωσης”.

Ανέπτυξε τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου και μεταξύ άλλων στάθηκε στην ανασυγκρότηση της επιθεώρησης εργασίας και δήλωσε: “Αναρωτιέμαι γιατί τέτοια αντίδραση στην αναβάθμιση σε Ανεξάρτητη Αρχή. Μήπως σπάνε κάποια μαγαζάκια που είχαν στηθεί μέσα στην επιθεώρηση εργασίας;”

Χαρακτήρισε δε μύθο τα περί κατάργησης του 8ώρου γιατί προβλέπεται ρητά στον ευρωπαϊκό κοινωνικό χάρτη επομένως δεν μπορεί να το αλλάξει κανένα κράτος- μέλος της ΕΕ, μόνο εάν εγκαταλείψει την Ευρώπη. Αλλά και τα περί πληρωμής υπερωριών με ρεπό, λέγοντας ότι “όποιος το υποστηρίζει αυτό έχει πάρει ρεπό από την αληθεια” και ότι “μαύρες υπερωρίες υπαρχουν αλλά είναι αυτές που ξοδεύονται για την κατασκευή προπαγάνδας στα υπόγεια της Κουμουνδούρου.”

Σημείωσε επίσης ότι ατομικές συμβάσεις υπάρχουν ήδη όπως και συλλογικές και ο νέος νόμος επεκτείνει απλά την ευρωπαϊκή οδηγία που ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ με υπουργό την κ. Αχτσιόγλου.

Ο πρωθυπουργός ταύτισε για άλλη μία φορά ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ, όπως είχε κάνει και στην αρχή της ομιλιας του, και κατέθεσε αίτημα ονομαστικής ψηφοφορίας προκαλώντας τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης να ψηφίσουν διατάξεις όπως η ψηφιακή κάρτα εργασίας, η επαγγελματική αποκατάσταση και ασφαλιση των ταχυμεταφορέων, η εξίσωση των εργατοτεχνιτών με τους υπαλλήλους, η διεύρυνση των περιπτώσεων που καθιστούν άκυρη την απόλυση, οι ευρωπαϊκές οδηγίες κατά της παρενόχλησης, η καθιέρωση της άδειας πατρότητας με αποδοχές και η αποσύνδεση από την τηλεργασία μετά τη λήξη του ωραρίου.

Κλείνοντας ο κ. Μητσοτάκης διάβασε ένα κείμενο του αείμνηστου στελέχους της Αριστεράς Μιχάλη Παπαγιαννάκη από το 1992, που αναφερόταν στις εναλλακτικές μορφές απασχόλησης, το ελαστικό ωράριο και την εργασία μέσω τερματικού. “Δεν τα έλεγε η Θάτσερ αυτά” σχολίασε. Υποστήριξε ότι η σκέψη του Μιχάλη Παπαγιαννάκη συναντιέται με τις προοπτικές του νομοσχεδίου και αναρωτήθηκε “που πήγε αυτή η φωτισμένη αριστερά;”.