Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η πρόσφατη επίσκεψη του κ. Μουζάλα στην Κρήτη ανακίνησε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, το προσφυγικό, το οποίο, μέχρι τώρα, μας απασχολούσε, ιδίως στο Ρέθυμνο, ως «τηλεθεατές».
Έτσι όμως έπρεπε να είναι; Μήπως αυτή η δημόσια συζήτηση που περιέχει από προβληματισμούς, προτάσεις και ερωτήματα μέχρι και άναρθρες κραυγές μισαλλοδοξίας και ρατσισμού είναι τελικά χρήσιμη και μπορεί ν ‘αναδειχθεί ιδιαίτερα γόνιμη αφού αυτό το θέμα θα έπρεπε να μας έχει από καιρό απασχολήσει, τουλάχιστον σε επίπεδο σχεδιασμού;
Γνώμη μου είναι πως ΝΑΙ. Και εξηγούμαι:
Προσωπικά θεωρώ ότι το ζήτημα, αν η Κρήτη μπορεί να απορροφήσει 2000 μετανάστες, είναι ψευδοπρόβλημα, που το γιγαντώνει η προχειρότητα, η έλλειψη σχεδίου και οι κακές πρακτικές, που έχουμε συναντήσει μέχρι σήμερα, σε άλλες περιοχές της πατρίδας μας.
Το μεγάλο πρόβλημα για την Κρήτη δεν είναι η ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ και καλά ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΜΕΝΗ μεταφορά 2000 δυστυχισμένων ανθρώπων στο νησί μας αλλά η ΞΑΦΝΙΚΗ έλευση χιλιάδων άλλων από το Νότο και την Ανατολή και η απουσία οποιουδήποτε σχεδιασμού από πλευράς της Πολιτείας, για να μπορέσει να διαχειριστεί μια ΑΠΡΟΟΠΤΗ αποβίβαση στην Κρήτη, οποιουδήποτε αριθμού προσφύγων, που η μοίρα τους ή, μάλλον, τα καλά οργανωμένα κυκλώματα, θα τους οδηγήσουν μέχρι εδώ.
Εθελοτυφλούμε, λοιπόν, αν νομίζουμε ότι το πρόβλημά μας είναι οι 2000 άνθρωποι. Αυτούς μπορούμε να τους διαχειριστούμε, αρκεί η Πολιτεία να ξεκαθαρίσει τί πόρους διαθέτει και να καταλάβει ότι, στην Κρήτη, δεν είναι ανεκτό αλλά ούτε και απαραίτητο, να δημιουργηθούν HOT SPOTS και να εγκατασταθούν συστήματα διαχείρισης των προσφύγων που, αν δεν δημιουργούν το πρόβλημα, το συντηρούν και συχνά το μεγεθύνουν.
Έχει γίνει πλέον αποδεκτό από όλους, ότι μπορούμε, κυριολεκτικά, να ενσωματώσουμε στις Κοινωνίες μας αυτούς τους ανθρώπους και να δεχθούν την πραγματικά θερμή φιλοξενία των Κρητικών. Είναι πολύ απλό, αν αυτοί οι άνθρωποι διασπαρθούν στα χωριά και τις πόλεις μας, σε προετοιμασμένες κατοικίες, που η Ύπατη Αρμοστεία θα μισθώσει και με τη συνεργασία των ιδιοκτητών τους θα βελτιώσει, όσο απαιτεί μια λειτουργική κατοικία.
Είμαι βέβαιος ότι έτσι, πολύ σύντομα, θα βρουν ένα τρόπο ζωής που θα τους αρέσει και θα τους απαλύνει τον πόνο της προσφυγιάς τους, αλλά και θα είναι χρήσιμοι στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες θα ενσωματωθούν
Τεχνικά ζητήματα βέβαια και υπάρχουν και θα υπάρξουν, αλλά είναι από αυτά που λύνονται εύκολα.
Αντίθετα, η εμμονή στις δοκιμασμένες αλλά και αποτυχημένες συνταγές της μαζικής εγκατάστασης, είναι επικίνδυνη και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, από κανέναν στην Κρήτη.
Είναι τελείως διαφορετικό να σύρεσαι από το πρόβλημα και να αναγκάζεσαι, κυριολεκτικά, να «αποθηκεύεις» ανθρώπους, όπως έγινε στο Αιγαίο, Ειδομένη κλπ., από το να έχεις ένα οργανωμένο σχέδιο, με στοχοθεσία και χρονοδιαγράμματα, που η υλοποίησή του, σου επιτρέπει να αποφύγεις τα λάθη των βεβιασμένων καταστάσεων και να δημιουργείς ανθρώπινες συνθήκες φιλοξενίας και υποδοχής αυτών των ανθρώπων.
Αντιλαμβάνομαι ότι αυτή η πρόταση δεν μπορεί να αρέσει σε όσους αντιλαμβάνονται το προσφυγικό, ως μέσον οικονομικής αλλά και πολιτικής επιβίωσής τους. Αυτοί όμως δεν μας ενδιαφέρουν, όπως διαχρονικά δεν μας ενδιαφέρουν όσοι επενδύουν στη δυστυχία των άλλων.
Ως Κρήτη και ως Κρητικοί, λοιπόν, έχουμε άλλη μια ευκαιρία να αναδείξουμε την ποιότητα των ανθρώπων και του τόπου μας και να απομονώσουμε εκείνους που χτίζουν κοντόφθαλμα τείχη, αγνοώντας ότι σ’ αυτή την ταραγμένη γεωπολιτικά περιοχή, με τις βίαιες αναταράξεις που οδηγούν σε μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, απλά, μέχρι σήμερα, είμαστε τυχεροί…
Ως υπεύθυνοι, λοιπόν, φορείς και πολίτες, αυτό που απαιτούμε από την Πολιτεία, είναι ένα ξεκάθαρο σχέδιο, που θα κατανέμει αρμοδιότητες και ευθύνες, που θα έχει εξασφαλισμένους πόρους κι ένα νομοθετικό πλαίσιο, που θα εξασφαλίζει όλους τους διαχειριστές του προβλήματος, μη αναμιγνύοντας σε αυτούς, εκείνες τις συλλογικότητες, που η δυστυχία δημιούργησε και συντηρεί πλουσιοπάροχα.
Ακόμα δε, πιο άμεσα, απαιτούμε μια ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ που θα αναγνωρίζει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της πατρίδας μας είναι το ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ που, απλά το προσφυγικό, με πολύ άμεσο και πιεστικό τρόπο, αναδεικνύει και μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Κλείνοντας αυτό το σημείωμα, δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να πω ότι, για άλλη μια φορά, ένα Κρατικό ζήτημα, έντεχνα αποπειράται να μεταφερθεί στις πλάτες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των πολιτών. Δεν έχουμε αντίρρηση, αν και το Κράτος αναλάβει τις ευθύνες του, ξεκαθαρίσει το ρόλο μας και δεν μας εμπλέξει με «ανώμαλα» ρήματα.
Και ο νοών νοείτω.
Υ.Γ. Οφείλω να διευκρινίσω ότι, η άποψη μου για το προσφυγικό ζήτημα, η οποία αναλύεται στην παραπάνω δημόσια τοποθέτησή μου, συντάχθηκε, ως κείμενο, προτού δημοσιευθεί το άρθρο του κ. Ανδρουλάκη Μιχάλη για το ίδιο θέμα. Ομολογώ πως με εξέπληξε δυσάρεστα η επιλογή του, να διατυπώσει τις απόψεις του για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα, επικαλούμενος εξαρχής και καταρχάς, ένα απόσπασμα από μια συνολική δήλωσή μου επί του θέματος. Η φιλοσοφία αυτή, της ανοίκειας απόσπασης τμήματος δήλωσης μου και διαστρέβλωσής της, δεν προσιδιάζει σε προοδευτικό πολίτη.
Αν παρακολουθούσε την εξέλιξη του σοβαρού αυτού ζητήματος σε όλη του την έκταση, αν διάβαζε προσεκτικά και όχι περιστασιακά, όσα έχουν γραφτεί από τη μέρα που τέθηκε το ζήτημα και αν αντιλαμβάνονταν το περιεχόμενο των λεχθέντων και τις προθέσεις όσων έχουν ήδη τοποθετηθεί, θα διαπίστωνε πως, από την πρώτη κιόλας στιγμή, εξέφρασα την άποψη μου, άμεσα, συγκεκριμένα και με συνέπεια , χωρίς να αποκλίνω ούτε λέξη από την αρχική μου θέση για το προσφυγικό ζήτημα.
Δεν νομίζω λοιπόν ότι δικαιούται να με κρίνει κατ’ αυτόν τον τρόπο, και σίγουρα δεν δικαιούται και δεν επιτρέπεται, ειδικά σε κάποιον που κατέχει θεσμική θέση στα κοινά, να αποκλίνει τόσο κραυγαλέα από τις αρχές του δημοκρατικού διαλόγου, παραποιώντας αποσπάσματα δηλώσεων άλλων, για την άρθρωση του πολιτικού του λόγου.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ
ΓΙΩΡΓΗΣ Χ. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ