Επιμέλεια Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Ο ναός του Αγίου Τίτου είναι ορθόδοξη εκκλησία στο Ηράκλειο, Κρήτη, αφιερωμένη στον άγιο απόστολο Τίτο, τον πρώτο επίσκοπο Κρήτης, μαθητή και συνεργάτη του αποστόλου Παύλου. Πιθανότατα είναι ο παλαιότερος ναός στο Ηράκλειο. Είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία στο κέντρο της πόλης, στην οδό 25ης Αυγούστου. Με μια όμορφη πλατεία να απλώνεται γύρω του, την πλατεία Αγίου Τίτου.
Ο άγιος Τίτος (25 Αυγούστου) ήταν μαθητής του Αποστόλου Παύλου και πρώτος επίσκοπος Κρήτης, στον οποίο ο δάσκαλός του (ο «απόστολος των εθνών») απευθύνει και την περίφημη Προς Τίτον επιστολή, που περιλαμβάνεται στην Καινή Διαθήκη. Η πρώτη εκκλησία αφιερωμένη στο όνομά του ήταν η βασιλική του Αγίου Τίτου, που σώζεται στη ρωμαϊκή πρωτεύουσα της Κρήτης Γόρτυνα (όπου και η τάφος του). Ο ναός αυτός στέγαζε και τη μητρόπολη του νησιού μέχρι την καταστροφή της από σεισμό και τη μεταφορά της πρωτεύουσας από τους Άραβες (828) στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο).
Η παράδοση για τον άγιο Τίτο στο Νευς Αμάρι
Στο χωριό Νευς Αμάρι, πρωτεύουσα παλαιότερα της επαρχίας Αμαρίου του νομού Ρεθύμνης, υπάρχει ιστορικό εξωκλήσι του αγίου Τίτου, δίπλα στο οποίο μέχρι πριν λίγα χρόνια διασωζόταν υπόγειος χώρος, που η τοπική παράδοση θεωρούσε ως τον αρχικό τάφο του αγίου και οι χριστιανοί της περιοχής τον περιέβαλλαν με μεγάλη ευσέβεια. Κατά την παράδοση, ο άγιος Τίτος κοιμήθηκε ειρηνικά στο σημείο εκείνο, όπου και ετάφη, κατά τη διάρκεια ιεραποστολικής ή ποιμαντικής περιοδείας του στην περιοχή.
Παρότι δεν είναι ο καθεδρικός ναός του χωριού, η εορτή του αγίου Τίτου θεωρείται από τους κατοίκους ως το σημαντικότερο πανηγύρι τους και πολλοί χριστιανοί καταγόμενοι από το Νευς Αμάρι, όπου και αν είναι η μόνιμη κατοικία τους, φροντίζουν να έρχονται στο χωριό για να συμμετέχουν στον εορτασμό της μνήμης του κάθε χρόνο στις 25 Αυγούστου.
Σημειώνουμε ότι, λίγα χρόνια πριν, όταν ο μητροπολίτης Λάμπης, Σιβρύτου και Σφακίων Ειρηναίος (στα όρια της μητρόπολης του οποίου ανήκει το Νευς Αμάρι) περιόδευσε όλη την επαρχία μεταφέροντας ως ευλογία την τιμία κάρα του αγίου Τίτου (δηλ. το κρανίο του), το ιερό λείψανο ευωδίασε πάρα πολύ έντονα όταν η συνοδεία του εισήλθε στα όρια του χωριού. Αυτό θεωρήθηκε σοβαρή ένδειξη ότι η περιοχή έχει όντως μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τον άγιο.
Ο ναός του Αγίου Τίτου
Το 961 ο Νικηφόρος Φωκάς έδιωξε τους Άραβες πειρατές από την Κρήτη κάνοντάς την εκ νέου τμήμα της κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την ανακατάληψη του νησιού (και ενώ βρισκόμαστε στη β΄ βυζαντινή περίοδος), η έδρα της επισκοπής μεταφέρθηκε από τη Γόρτυνα στον Χάνδακα. Εκεί κατασκευάστηκε ο νέος μητροπολιτικός ναός, αφιερωμένος στον απόστολο Τίτο, ώστε να αναζωπυρωθεί η χριστιανική πίστη και πνευματική παράδοση στην Κρήτη.
Ο ναός ήταν μονόχωρος δρομικός. Είχε μορφή τρίκλιτης βασιλικής, με μήκος που ξεπερνούσε τα 170 μ., ώστε να κατατάσσεται ανάμεσα στις μακρύτερες βασιλικές του ελλαδικού χώρου. Στο νέο ναό μετέφεραν την τιμία κάρα του αγίου Τίτου, τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Μεσοπαντίτισσας και άλλα ιερά κειμήλια από το ναό της Γόρτυνας. Όλα αυτά λίγο πριν την πτώση του Ηρακλείου στους Τούρκους μεταφέρθηκαν από τον Φραντσέσκο Μοροζίνι στη Βενετία, όπου υπάρχουν και σήμερα, με εξαίρεση την κάρα του αγίου Τίτου που επιστράφηκε στο Ηράκλειο και βρίσκεται σήμερα στο ναό.
Στον περίβολο του ναού θάβονταν εξέχοντα πρόσωπα της πόλης, από τη βυζαντινή, την ενετική, μέχρι και την οθωμανική περίοδο.
Ενετοκρατία
Το 1210 η Κρήτη πέρασε στην κατοχή των Ενετών και στο ναό εγκαταστάθηκε ο λατίνος (ρωμαιοκαθολικός) αρχιεπίσκοπος. Ο ναός υπέστη ορισμένες τροποποιήσεις, όπως τη διάνοιξη κυκλικού φεγγίτη και την κατασκευή κωδωνοστασίου.
Αυτός ο πρώτος ναός καταστράφηκε πριν τα μέσα του 15ου αιώνα, όμως ξαναχτίστηκε σε ρυθμό τρίκλιτης βασιλικής και εγκαινιάστηκε από τον αρχιεπίσκοπο Κρήτης Φαντίνο Ντάντολο στις 3 Ιανουαρίου 1446, συνεχίζοντας να λειτουργεί ως η κεντρική ρωμαιοκαθολική εκκλησία του Χάνδακα (ο καθεδρικός ναός – Duomo). Αν και υπέστη ελαφρές ζημιές από τον σεισμό του 1508, καταστράφηκε από πυρκαγιά στις 3 Απριλίου 1544, από την οποία όμως διασώθηκαν τα ιερά κειμήλια και λείψανα του ναού. Έτσι επανακατασκευάστηκε στον ίδιο ρυθμό το 1557.
Ο απόστολος Τίτος ήταν για τους Βενετούς ένα πολύτιμο συμβολικό «όπλο» στα πλαίσια της αφομοίωσης του πληθυσμού του νησιού. Ακόμα και μετά την υιοθέτηση του Αγίου Μάρκου ως προστάτη της Candia (Κρήτης), ο άγιος Τίτος παρέμενε ο προστάτης του νησιού.
Για τη μεγάλη σημασία που αποδιδόταν από τη Γαληνοτάτη (τη Βενετία) στον άγιο Τίτο και άρα στην προσπάθεια σωτηρίας της κάρας του, μετά την πτώση της πόλης στα 1669, είναι εξόχως χαρακτηριστική η υπόσχεση του Πάπα Ιννοκέντιου ΙΙΙ στα 1209, ότι όποιος μετέβαινε στην Κρήτη για προσκυνηματικό ταξίδι στην εκκλησία του αποστόλου Τίτου θα είχε άφεση αμαρτιών.
Ακόμα πιο χαρακτηριστικό είναι ίσως το γεγονός ότι ο ίδιος ο Μοροζίνι επέλεξε ώστε στο λάβαρό του, το οποίο σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο Κορέρ της Βενετίας, να εικονίζεται τόσο ο απόστολος Τίτος, όσο και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Μεσοπαντίτισσας.
Τουρκοκρατία
Μετά την κατάκτηση του Χάνδακα από τους Τούρκους το 1669, τα κειμήλιά του φυγαδεύτηκαν στην Βενετία (όπως είπαμε) και ο ναός παραχωρήθηκε στον βεζίρη Ζαδέ Φαζίλ Αχμέτ Κιοπρουλή, πορθητή του Χάνδακα, ο οποίος τον μετέτρεψε σε σε μουσουλμανικό τέμενος (τζαμί), γνωστό με το όνομα Βεζίρ Τζαμί. Το κτίριο καταστράφηκε από τον σεισμό του 1856.
Το σημερινό κτίριο άρχισε να κατασκευάζεται το 1869 σε σχέδιο του αρχιτέκτονα Αθανασίου Μούση, ο οποίος έχει σχεδιάσει επίσης, μεταξύ άλλων, τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μηνά και τους στρατώνες στην πλατεία Ελευθερίας. Το νέο τέμενος έγινε γνωστό ως Γενί Τζαμί (νέο τζαμί), αν και διατηρούσε το παλιό του όνομα. Ολοκληρώθηκε στα 1872 και πρόκειται για κτίσμα νεοκλασικού χαρακτήρα, με έντονο εκλεκτικισμό αλλά και πολλά ανατολίτικα χαρακτηριστικά, λόγω του ότι προοριζόταν για μουσουλμανικό τέμενος. Είναι τετρακιόνιος ναός με τρούλο. Στην εξωτερική πλευρά του κυριαρχούν τα κατακόρυφα στοιχεία, ενώ στην κορυφή του υπάρχει λιθόγλυπτη επίστεψη.
Ελεύθερη Κρήτη
Μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και την ανταλλαγή των πληθυσμών, το κτίριο επισκευάστηκε από την Εκκλησία της Κρήτης (εργασίες ανάπλασης) και αποδόθηκε στην ορθόδοξη χριστιανική λατρεία στις 3 Μαΐου 1925. Ο μιναρές του τεμένους κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του 1920, όταν αποχώρησαν από το Ηράκλειο οι τελευταίοι μουσουλμάνοι.
Στις 15 Μαΐου 1966 επεστράφη στο ναό η κάρα του αγίου Τίτου από τη Βενετία και φυλάσσεται, μέσα σε επισκοπική μίτρα, σε μικρό παρεκκλήσιο, στη βόρεια πλευρά του νάρθηκα (του πρόναου, δηλ. του πρώτου χώρου του ναού στον οποίο εισέρχεται ο επισκέπτης). Εκεί είναι αναρτημένες αποκλειστικά φορητές εικόνες Κρητών αγίων διαφόρων εποχών, έργα της αγιογράφου Μαρίας Πολιτάκη.
Από το 1974 μέχρι το 1988 πραγματοποιήθηκαν εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του ναού. Το 2013 ο ναός ανακηρύχθηκε από τον αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ειρηναίο καθεδρικός ναός.
Στον πρόναο βρίσκεται σε προσκυνητάρι και εικόνα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, ο οποίος τιμάται ως άγιος στις 11 Δεκεμβρίου λόγω της μεγάλης ευσέβειας και της ασκητικής βιωτής του, με την επιγραφή «Ο εν αγίοις βασιλεύς Νικηφόρος ο Φωκάς ο Κτήτωρ».
Οι Παναγίες του Αγίου Τίτου
Η γνωστή ξεναγός και συγγραφέας Αθηνά Κυριακάκη – Σφακάκη στο βιβλίο της «Παναγίες του Αγίου Τίτου» παραθέτει πολύτιμες πληροφορίες για τις 10 μοναδικές εικόνες της Υπεραγίας Θεοτόκου, που φυλάσσονται στον ιερό ναό, αλλά και για την εποχή κατά την οποία εικονογραφήθηκαν. Το βιβλίο μπορούμε να προμηθευτούμε από τον ιερό ναό του Αγίου Τίτου και μόνο. Τα έσοδα θα διατεθούν για την κάλυψη της δαπάνης επιδιόρθωσης της λίθινης διάτρητης διακόσμησης της άνω κατάληξης των τοίχων του ναού. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγγραφή του βιβλίου έγινε με προσφορά της συγγραφέως και από τη διάθεσή του η ίδια δεν έχει κανένα οικονομικό όφελος.
Οι δέκα ιστορικές εικόνες της Παναγίας που υπάρχουν στο Ναό του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο είναι οι εξής:
Αρχαιότερη είναι η εικόνα της Γαλακτοτροφούσας (1854), ενώ μετά από επτά χρόνια (1861) ιστορήθηκε η Στεφόμενη Βρεφοκρατούσα.
Οι εικόνες “Παρήλθεν η σκιά του νόμου” (1877) και “Χαίρε” (1864) αγιογραφήθηκαν, όπως και οι προηγούμενες, κατά την ύστερη Τουρκοκρατία, όταν ακόμη ο ναός του Αγίου Τίτου δεν είχε καθιερωθεί και στην θέση του λειτουργούσε το Βεζίρ Τζαμί. («Παρήλθεν η σκιά του νόμου» είναι στίχος από εκκλησιαστικό τροπάριο, «θεοτοκίο», που αναφέρεται στην αλλαγή της πνευματικής κατάστασης των ανθρώπων, από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη, με την καθοριστική συμβολή της Υπεραγίας Θεοτόκου).
Η Πορταΐτισσα ιστορήθηκε το 1906 κατά την περίοδο της αυτονομίας της Κρήτης και προ της Ενώσεως με την Ελλάδα. Η Μυρτιδιώτισσα ιστορήθηκε το 1926, ένα χρόνο μετά την αποκατάσταση του οικοδομήματος του Αγίου Τίτου από την Εκκλησία της Κρήτης και την καθιέρωση του Ναού.
Οι εικόνες Μυρτιδιώτισσα και Οδηγήτρια, αμφότερες έργα του Ευαγγέλου Μαρκογιαννάκη, είναι νεότερες, χρονολογούμενες αντιστοίχως το 1926 και το 1961. Διαφορά 35 χρόνων, αποκαλυπτική διαφοροποίησης της καλλιτεχνικής εκφράσεως του ζωγράφου.
Στην εικόνα “Η Οδηγήτρια”, έργο Δημ. Σαριδάκη, δεν υπάρχει χρονολογία ιστορήσεως παραπλεύρως της υπογραφής του αγιογράφου, ως είθισται. Αναγράφεται όμως ο χρόνος αφιερώσεως (Δέησις Ευαγγελίας Γεωρ. Καστρινάκη 1965)”.
Επίσης, στο ναό φυλάσσονται άλλες δύο σημαντικές εικόνες, της Κυράς Μεσοπαντίτισσας και η Μήτηρ Θεού. Στην Μεσοπαντίτισσα δεν μπορεί να διαβαστεί η χρονολογία αγιογράφησης, ενώ στην “Μήτηρ Θεού” δεν υπάρχει επιγραφή ταυτότητας (χρόνος ιστόρησης, όνομα ζωγράφου, αφιέρωση). Ίσως η σχετική γραφή να υπάρχει επί του ξύλινου σώματος της εικόνας και έχει επικαλυφθεί από το μέταλλο.
Πηγές
Βικιπαίδεια, λήμμα «Ναός του Αγίου Τίτου (Ηράκλειο)»,
Σταύρος Μουντουφάρης, Η Κάρα του Αγ. Τίτου γύρισε στην γενέτειρα Κρήτη
Οι 10 Παναγίες του Αγίου Τίτου
Μαρία Καναβά, Στα εκκλησάκια του Αγίου Τίτου, στις πλαγιές του Ψηλορείτη