Μια χορταστική βόλτα στην Παλιά Πόλη, γεμάτη αναγεννησιακό άρωμα, εμβληματική αρχιτεκτονική, γενναίες δόσεις πολιτισμού και αφορμές για μικρές γαστρονομικές… ατασθαλίες.
Η Παλιά Πόλη του Ρεθύμνου παραμένει το πλέον γραφικό οικιστικό σύνολο της Κρήτης. Αποπνέει μια αναγεννησιακή αύρα, ενώ ταυτόχρονα αναδίδει ένα άρωμα Aνατολής, δημιουργώντας ένα σύνθετο μωσαϊκό εικόνων, χρωμάτων, ήχων και γεύσεων. Σε όποιο σοκάκι και αν περπατήσετε, θα κάνετε μια αναδρομή στην πολυσήμαντη ιστορία του προικισμένου αυτού τόπου, λόγω της πληθώρας των μινωικών, βυζαντινών, ενετικών και οθωμανικών μνημείων που είναι διάσπαρτα σε κάθε γωνιά.
Το ήπιο, εύκρατο κλίμα –γλυκό τον χειμώνα και δροσερό το καλοκαίρι–, η αναλλοίωτη στον χρόνο νοσταλγική ατμοσφαιρικότητα της Παλιάς Πόλης, τα νόστιμα γαστρονομικά καλούδια και, φυσικά, η απλόχερη ζεστασιά των ανθρώπων αποτελούν σταθερές αξίες αλλά και αφορμή για να επιστρέφει κανείς σε τακτική βάση στην παρά θίν’ αλός πολιτεία που τόσο ιδανικά ύμνησαν ο Παντελής Πρεβελάκης και ο Γεώργιος Χορτάτσης. Στην καρδιά της τουριστικής προμετωπίδας της Μεγαλονήσου, το Ρέθυμνο σφύζει από φοιτητική ζωή τους χειμερινούς μήνες και παράλληλα αναζητά την ιδιοσυγκρασιακή επανασύσταση της αστικής ταυτότητάς του ως η περιώνυμη Πόλη των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Εξάλλου, από τα πρώιμα μινωικά χρόνια, η Αρχαία Ρίθυμνα φημιζόταν για την παράδοσή της στις τέχνες και στα γράμματα. Την εποχή της ενετοκρατίας (13ος-17ος αιώνας) η πόλη ήκμασε αισθητά στον πνευματικό τομέα· εδώ ιδρύθηκε και η Ακαδημία των ViVi, με προεξάρχοντα τον Francesco Barozzi, το πρώτο σωματείο λογίων που συστάθηκε στον ελλαδικό χώρο μετά το 1453. Με την έλευση λοιπόν των Ενετών, που υπερίσχυσαν των Γενουατών το 1211, δημιουργήθηκε σταδιακά ο πρώτος συμπαγής οικιστικός πυρήνας, που περικλείει τα σημερινά όρια της κηρυγμένης με διάταγμα του 1985 προστατευόμενης Παλιάς Πόλης. Το λεγόμενο Castel Vecchio περιλάμβανε τη μεγαλοπρεπή πύλη εισόδου Porta Guora, που αποτελεί και το μοναδικό σωζόμενο κατάλοιπο από την παλιά βενετσιάνικη οχύρωση. Από εδώ ξεκινώ την περιήγησή μου.
Από τα “Πεταλάδικα” στο Τζαμί Νερατζέ
Πριν διαβώ την Porta Guora, ρίχνω μια κλεφτή ματιά στο παλαιότερο εργαστήριο μουσικών οργάνων του Ρεθύμνου, στο οργανοποιείο λυρών Παπαλεξάκη (Δημακοπούλου 6). Φαντάζομαι πώς θα ήταν η περιοχή των Πεταλάδικων την εποχή που εδώ συνέρρεαν περαστικοί οδοιπόροι, οι οποίοι, συνδυάζοντας τη φιλοξενία στα παρακείμενα χάνια, έβρισκαν την ευκαιρία, κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, να περιποιηθούν και τα τετράποδά τους. Kαι ύστερα τρυπώνω στο βιβλιοχαρτοπωλείο Δασκαλάκη, για ένα zoom-in στον μιναρέ του, που βρίσκεται σε φάση αναστήλωσης, αλλά και για την καλοδιατηρημένη οθωμανική κρήνη στο εσωτερικό του καταστήματος. Η μυρωδιά φρεσκοψημένου ψωμιού με οδηγεί στη γωνία των οδών Τσαγρή και Μανιουλάκη, έξω από τον διακοσίων και πλέον ετών παραδοσιακό ξυλόφουρνο Αλεξανδράκη. Προμηθεύομαι ένα αχνιστό αρτουλάκι (αφράτο τσουρεκάκι) και αρχίζω να κατηφορίζω την εμπορική οδό Εθνικής Αντιστάσεως, γνωστή και ως Μεγάλη Ρούγα.
Στα δεξιά μου το βλέμμα τραβάει το παραδοσιακό κουρείο Ψυχαράκη, ενώ σε μερικά μέτρα συναντώ στα αριστερά μου τον ναό του Αγίου Φραγκίσκου, που εδώ και μερικούς μήνες στεγάζει την επανέκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης.
Ξεχωρίζουν οι πήλινες λάρνακες, κυρίως από το υστερομινωικό νεκροταφείο των Αρμένων, τα χρυσά κοσμήματα από την περιοχή Σταυρωμένου, η πλούσια συλλογή νομισμάτων και οι επιγραφές από την Αρχαία Ελεύθερνα – εκεί, στους πρόποδες του προστατευμένου από την UNESCO γεωπάρκου του Ψηλορείτη, απλώνεται ο σημαντικότερος αρχαιολογικός χώρος του νομού, όπου συνεχίζουν να διενεργούνται ανασκαφές. Αυτές έχουν φέρει στο φως εξαιρετικής σημασίας ευρήματα, τα οποία από τον περασμένο Ιούνιο στεγάζονται σε ένα λαμπρό, νέο μουσείο.
Διερχόμενος από μια εντυπωσιακή διπλή πύλη, που συνδυάζει αναγεννησιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία με οθωμανικές επεμβάσεις και, μεταξύ των δύο τόξων, κοσμείται από φυτικό διάκοσμο με παράσταση αμπέλου, εντοπίζω το λεγόμενο Τούρκικο Δημοτικό Σχολείο και μεταφέρομαι ξαφνικά στον μεγαλύτερο ενιαίο ελεύθερο χώρο της Παλιάς Πόλης. Πρόκειται για την πλατεία Μικρασιατών, στη βορειοανατολική πλευρά της οποίας υψώνεται το Τζαμί Νερατζέ, το ιστορικό Ωδείο της πόλης. Οι ήχοι από κρουστά στο παρεκκλήσι του Corpus Christi με παρακινούν να εισέλθω στα ενδότερά του και να θαυμάσω τους θόλους του. Δίπλα βρίσκεται το Σπίτι του Πολιτισμού, όπου χτυπάει η καρδιά των πολιτιστικών γεγονότων της πόλης.
Ενετική κληρονομιά
Περνώντας από τα ρακάδικα, βγαίνω στην πλατεία Πετυχάκη (στον Πλάτανο για τους ντόπιους), με τα πολλά εστιατόρια στη σειρά. Κατευθύνομαι προς την πλακοστρωμένη οδό Σουλίου (παλιά τσαγκαράδικα), ένα στενό δρομάκι γεμάτο μαγαζιά με είδη λαϊκής τέχνης. Στο τέρμα του στρίβω δεξιά και ξεπροβάλλει το πιο περικαλλές δημόσιο κτίσμα της εποχής των Ενετών, η παλλαδιανού ρυθμού αψιδωτή Loggia, σημερινό εκθετήριο-πωλητήριο του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων του Υπουργείου Πολιτισμού. Συνεχίζω την περιπλάνησή μου στην οδό Αρκαδίου, τον εμπορικότερο δρόμο της πόλης, παρατηρώντας τα υπέροχα θυρώματα (ιδίως αυτά στα νούμερα 48 και 154) των βενετσιάνικων palazzi μέχρι την πλατεία Αγνωστου Στρατιώτη, όπου ξεχωρίζει το Τζαμί Καρά Μουσά Πασά με το εργαστήριο συντήρησης της τοπικής Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Προλαβαίνω επίσης να κάνω ένα πέρασμα από το Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου (παράρτημα του Μουσείου Γουλανδρή), που στεγάζεται στο Τζαμί Βελή Πασά ή Τέμενος Μασταμπά.
Στην αιχμή της χερσονήσου του Ρεθύμνου, μέσω της παραλιακής Sabbionara με τις συστοιχίες από φοινικόδεντρα, ακριβώς δίπλα στην ακροθαλασσιά, δεσπόζει η εμβληματική, αστερόμορφη Φορτέτσα. Το αγέρωχο μεσαιωνικό φρούριο της πόλης, σε σχέδια του Βερονέζου αρχιτέκτονα Μichele Sanmicheli, είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα κάστρα στην Ελλάδα, με τη μορφή του σε πολύ μεγάλο βαθμό ανέπαφη από τον 16ο αιώνα. Ανηφορίζω το καλντερίμι της οδού Κατεχάκη, διαβαίνω την κεντρική πύλη, περιηγούμαι στους προμαχώνες και στα αναστηλωμένα κτίρια και εισέρχομαι στο θολοσκέπαστο τζαμί του Ιμπραήμ Χαν. Ομως, πάνω απ’ όλα απολαμβάνω την πανοραμική θέα από τις επάλξεις, που κόβει την ανάσα. Στη βορινή πλευρά ατενίζω το άπλετο μπλε του Κρητικού Πελάγους και στα ανατολικά την πόλη που απλώνεται μπροστά μου, με τους εναπομείναντες μιναρέδες να κυριαρχούν στον ορίζοντα. Στο μυαλό μου έρχεται συνειρμικά ο γνωστός πίνακας «Civitas Rethymnæ» (ελαιογραφία άγνωστου καλλιτέχνη, περ. 1640), που παρουσιάζει την πόλη του Ρεθύμνου πριν από την οθωμανική περίοδο και σήμερα εκτίθεται στο δημαρχείο της πόλης.
Διασχίζοντας την καρδιά της Παλιάς Πόλης, ανάμεσα από κρεμαστές αλέες με κληματαριές, ξαποσταίνω για λίγο στη μνημειακή κρήνη Rimondi, της οποίας τα τρεχούμενα νερά φτάνουν εδώ από το όρος Βρύσινα. Συνεχίζω να περιδιαβαίνω την τουριστική οδό Αραμπατζόγλου μέχρι την πλατεία της εκκλησίας της Κυρίας των Αγγέλων (Μικρή Παναγία) και θαυμάζω τα λεπτεπίλεπτα θυρώματα των αρχοντικών, φτιαγμένα με τον περίφημο μαλακό πωρόλιθο από την Αλφά, που σμίλεψαν στα χέρια τους επιδέξιοι μάστορες. Μέσα από καμάρες, οδηγούμαι σε μικρές εσωτερικές αυλές, ενώ παρατηρώ ότι αρκετά από τα αρχοντικά διαθέτουν ξύλινα χαγιάτια και σαχνισιά (σκεπαστούς εξώστες). Περιπλανιέμαι στα λαβυρινθώδη στενά με τις μπουκαμβίλιες, τους βασιλικούς και τα γεράνια, ενώ οι περίοικοι, τραγουδώντας μαντινάδες, χαζεύουν μακαρίως την αέναη ανθρώπινη ροή μέχρι την πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου, στη Σοχώρα. Εδώ κυριαρχεί το νεοκλασικό μέγαρο της Νομαρχίας περιμετρικά του οποίου είναι διακριτά τα σημάδια από το πρόγραμμα βιοκλιματικής ανάπλασης του δυτικού παραλιακού μετώπου.
Αναπάντεχες ανακαλύψεις
Συνεχίζω ακάθεκτος με βόρεια κατεύθυνση προς τη συνοικία Χαράκια και τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, στη σκιά της Φορτέτσας. Ακολουθώντας περιμετρικά τα χρυσοκίτρινων αποχρώσεων, χορταριασμένα τείχη της, ανακαλύπτω έναν ημιτελή εικαστικό παιδότοπο. Στον σχετικά άγνωστο χώρο αναψυχής με τις ήπιες παρεμβάσεις, που έμελλε να φιλοξενήσει πιλοτικά ένα πάρκο γλυπτικής για τη μύηση του κοινού –και ιδίως των νεότερων ηλικιών– στον κόσμο της τέχνης, σταβλίζονται πλέον, όπως διαπίστωσα, συμπαθή αλογάκια… Ευχάριστη έκπληξη προκαλεί ο πακτωμένος, και όμως ακόμη φτερωτός, λέοντας του Αγίου Μάρκου –το λαξεμένο έμβλημα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας–, σημάδι αίγλης μιας αλλοτινής εποχής… Επειτα από μια επίσκεψη στην καθολική εκκλησία του Αγίου Αντωνίου της Πάντοβα, κάνω μια στάση στην οδό Μεσολογγίου 32. Εδώ, στους χώρους ενός παλιού σαπωνοποιείου, εδρεύει το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης. Η μόνιμη συλλογή του αριθμεί περίπου 650 έργα, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα της ελληνικής εικαστικής πραγματικότητας από το 1950 έως σήμερα.
Από την οδό Νικηφόρου Φωκά (το θρυλικό Μακρύ Στενό), κάνω μια μικρή παράκαμψη στην οδό Βερνάρδου 30, όπου διακρίνω την επιγραφή «VIRTUTE FULCIDA DOMUS, MDCIXKAL. JUNII» (Με την αρετή αστράφτει το σπίτι, πρώτες μέρες Ιουνίου 1609) και το οικόσημο της οικογένειας Clodio στο τριγωνικό αέτωμα ενός από τα πιo ιδιάζοντα θυρώματα της Παλιάς Πόλης. Εισχωρώ στα ενδότερα του οικήματος, για να γευτώ τα λαχταριστά μπακλαβαδάκια και κανταϊφάκια του κυρ Γιώργη Χατζηπαράσχου. Εδώ και πολλά χρόνια πλάθει με αριστοτεχνική μαεστρία, μαζί με τη γυναίκα του, λεπτό, ατσαλάκωτο φύλλο κρούστας για σιροπιαστά γλυκίσματα. Λίγο παρακάτω, στο Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο, που στεγάζεται σε μια διατηρητέα κατοικία του 17ου αιώνα με περίκλειστη αυλή, εξερευνώ τις συλλογές υφαντικής, ενδυμασίες, μουσικά όργανα, παραδοσιακά εργαλεία και άλλα ιστορικά κειμήλια, που παρουσιάζονται εδώ με εξαίσιο τρόπο.
Αλλά, εκτός από το να χαθείτε στα καντούνια της Παλιάς Πόλης αναζητώντας το ωραιότερο θύρωμα (Κλειδή 13) με χαραγμένο στα λατινικά το γνωμικό «QUI SPERAT IN DEO SUBLEVABITUR» (Οποιος ελπίζει στον Θεό θα ανακουφιστεί), αλλά και την ομορφότερη ιδιωτική κρήνη (Πατελάρου 14) του Ρεθύμνου, μην παραλείψετε: να χαλαρώσετε μέσα στην πυκνή βλάστηση του Δημοτικού Κήπου, να αγναντέψετε το παλιό λιμάνι από τον ενετικό λιμενοβραχίονα και τον αιγυπτιακό φάρο –σήμα κατατεθέν της πόλης–, να πιείτε ρακές στο λιόγερμα ατενίζοντας το ανοιχτό πέλαγος και τα ψαροκάικα. Υποσχεθείτε στον εαυτό σας ότι θα επιστρέψετε σε αυτή την προεξέχουσα λωρίδα της κρητικής γης. Κάθε φορά θα σας αποκαλύπτει σε όλο της το εύρος το πλούσιο πολιτισμικό της απόθεμα, που παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο, αλλά με σπουδαίες προοπτικές ανάπτυξης ποιοτικού πολιτιστικού τουρισμού.
Αποδράσεις εκτός των τειχών της Παλιάς Πόλης
• Μόλις 5 χλμ. νότια του Ρεθύμνου, στους πρόποδες του όρους Βρύσινα, επισκεφτείτε το βραβευμένο από την Europa Nostra Μοναστήρι της Αγίας Ειρήνης για πανοραμική θέαση της πόλης. Στον δρόμο για την επαρχία Αγίου Βασιλείου, στο προάστιο Τρία Μοναστήρια, μέσα από τους ελαιώνες προβάλλει ξάφνου το διώροφο ναΰδριο της Παναγίας της Υπαπαντής, χτισμένο πάνω σε παλιό βενετσιάνικο χάνι. Μερικά χιλιόμετρα παρακάτω κάντε μια μικρή παράκαμψη για το υστερομινωικό νεκροταφείο Αρμένων.
• Αν σας αρέσουν οι πεζοπορίες, τότε οργανωθείτε για τη διάσχιση του κοντινού στην πόλη φαραγγιού του εγκαταλελειμμένου οικισμού των Μύλων. Λίγο πιο μακριά, επιλέξτε ανάμεσα στο Πρασσιανό φαράγγι ή του Αγίου Αντωνίου Πατσού. Η περιήγηση στην καταπράσινη κοιλάδα Αμαρίου μπορεί να συνδυαστεί και με μια βόλτα στον υδροβιότοπο της λίμνης του Φράγματος Ποταμών, εκεί όπου είχε βρει πριν από λίγα χρόνια καταφύγιο και ο διάσημος κροκόδειλος Σήφης.
•Εκδράμετε για προσκύνημα στο σημαντικότερο μοναστικό συγκρότημα της Κρήτης, την περίφημη Μονή Αρκαδίου, και στη συνέχεια για πικνίκ στη σκιά των φουντωτών κουκουναριών. Επιπλέον, ανακαλύψτε το χωριό Θρόνος, με τη βυζαντινή εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του 11ου αιώνα.
• Η ενδοχώρα του νότιου Μυλοπόταμου (ο γεμάτος ελαιόδεντρα κάμπος του χωριού Αχλαδές, το ιστορικό σπήλαιο Μελιδονίου, η Μονή Αττάλης στο Μπαλί, η Μονή Βωσάκου και οι γνωστές για την κεραμική τους παράδοση Μαργαρίτες, το Ανω Τριπόδο και η Αρχαία Ελεύθερνα) προσφέρεται για φθινοπωρινές και χειμωνιάτικες περιπλανήσεις. Εχετε κατά νου και ένα πέρασμα από τα γραφικά χωριουδάκια Καλλέργος, Πασαλίτες, Μελισσουργάκι, Καλαμάς και Καλανδαρέ.
• Οι λάτρεις της ορειβασίας ανηφορίστε προς τα Ταλαία Ορη (Κουλούκωνας), στην κορυφή των οποίων, σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, βρισκόταν η κατοικία του χάλκινου γίγαντα-ρομπότ Τάλω, που προστάτευετην Κρήτη από τους ξένους εισβολείς.