Από τον Ματθαίο Ι. Τσιριμονάκη
ΓΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΔΕΣΙΜΑΤΑ 2ο
ΗΛΙΟΣ
Έβγα ήλιε να λιαστώ
και κουλούρια να βαστώ,
με το μέλι, με το γάλα
με τη σιδεροκουτάλα.
ΚΑΠΝΟΣ
Άρανε κατάρανε[1], άμε κάτσε πέρα κε. Βάστα ψωμί κι αγγούρι κι άμε κάτσε στο καντούνι[2].
Πέρα- πέρα καπνέ, άμε κάτσε πέρα κε[3] (στου λαγού τη κοιμητέ) σ’ τση κουρούνας την καθέ[4].
Απάνω πα η μάννα σου, βαστά κερί και λάδι κι ένα σουβλί στον κώλο τζη, γλάκα[5] να τση το βγάλεις.
ΚΑΡΥΔΙΑ ΚΑΙ ΣΥΚΑ
Για να μη πέφτουν και μη μαμουνιούν:
Μελισσαντρού, μελισσαντρού, μέλισσα με το μέλι αφέντης σου ψυχομαχεί κι η μάννα σ’ αποθαίνει, και συ ανθείς και δένεις.
ΛΑΒΩΜΑ[6]-ΘΑΡΜΟ[7]-ΘΑΛΜΟ[8]
Στ’ όνομα σου Θε μου κι αφέντη μου Χριστέ. Άγιε Παντελεήμονα, πρώτε γιατρέ του κόσμου, απού γιατρεύεις τσοι πληγές και διασκορπάς τσοι πόνους. Βοήθησε και γιάτρεψε του δούλο σου(Δείνα).
Από τσοι τέσσερεις του Οκτωβρίου μέχρι τσοι δεκατέσσερεις του Νοεμβρίου, εκκίνησε ο θαλμός, ο θαρμός ,ο καταποντισμός[9] τση κακής ώρα το γέννημα να πάη απάνω στα όρη τα βουνά. Να βρή βούγια να ξεζευλώσει[10], ωζά να ξελερώσει[11], δεντρά να ξεριζώσει και τση καλής μάνα το παιδί να πα θα θανατώσει.
Ο Χριστός τ’ απάντηξε, τονε ρωτά:
-Που πας κακής ώρας γέννημα;
-Πάω πάνω στα όρη τα βουνά, να βρω βούγια να ξεζευλώσω, ,ωζά να ξελερώσω, δεντρά να ξεριζώσω και τση καλής μάννας το παιδί να θανατώσω.
-Γάϋρε[12] θαλμέ ,γάϋρε θαρμέ, γάϋρε καταποντισμένε, γάϋρε κακής ώρα γέννημα. Να πας κάτω στο γυαλό, κάτω στο περιγιάλι, να βρεις ζουρίδα κι άρκαλο να φας να θαλαμώσεις και τση καλής μάννας το παιδί ν’ αφήσεις να γλυτώσει.
[1] Φύγε καταραμένε.
[2] Γωνία.
[3] Εκεί.
[4] Τόπος που κάθεται.
[5] Τρέξε.
[6] Πλήγωμα, κτύπημα, μεταφορική ίσως σημασία από μάτιασμα.
[7] Βασκανία ,μάτιασμα.
[8] Βασκανία.
[9] Βούλιαγμα.
[10] Βγάλει από το ζυγό της άροσης.
[11] Βγάλει τα κουδούνια.
[12] Γύρισε.