Συνεχίζει ακάθεκτη την πορεία της η ακρίβεια, όπως, καταφαίνεται στο “ράφι”, αλλά και στα στατιστικά στοιχεία σε κλάδους, όπως τα μη επεξεργασμένα τρόφιμα, εντείνοντας τις πιέσεις σε χιλιάδες νοικοκυριά. Έτσι, μπορεί πληθωρισμός, σε επίπεδο γενικού δείκτη να “φρενάρει”, (ανήλθε σε 2,5% από 1,8% τον Ιούνιο), κυρίως λόγω της ενέργειας, καθώς, οι τιμές μετά τον Απρίλιο είναι αρνητικές σε σχέση με πέρυσι (-6,1% τον Ιούλιο), ωστόσο η “ορατότητα” μειώσεων σε βασικά είδη είναι μηδενική. Άλλωστε, ο πληθωρισμός των τροφίμων συνεχίζει τον καλπασμό του, παραμένοντας διψήφιος στο 12,4%, έχοντας ήδη καταγράψει μια “φρενήρη” πορεία από πέρυσι.
Επίσης, όσον αφορά στα μη επεξεργασμένα τρόφιμα, τα περισσότερα εκ των οποίων παράγονται στην Ελλάδα, λόγω και των καιρικών συνθηκών, που έχουν επικρατήσει, “τραβούν την ανηφόρα” με ρυθμό της τάξης του 9,2%, αν και μια ματιά σε πάγκους και ράφια, πιστοποιεί το αληθές μια πολλαπλάσιας ανόδου.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι με βάση τα στοιχεία από τις δύο μεγάλες Κεντρικές Αγορές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, καταγράφονται ακόμη και διπλάσιες σχεδόν τιμές, π.χ. κρεμμύδια ξερά, σε σχέση με πέρυσι, ενώ παράγοντες της αγοράς “φωτογραφίζουν” και νέες ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά.
Ήδη, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τον Ιούλιο ο πληθωρισμός στα είδη διατροφής και στα μη αλκοολούχα ποτά η αύξηση ήταν στο 12,3%, στα φρούτα στο 19,4%, στα λαχανικά στο 15,5% και στα γαλακτοκομικά στο 14,4%. Στα κρέατα καταγράφηκε αύξηση 10,9%, στα έλαια και τα λίπη 10,4% ενώ ζάχαρη, σοκολάτες και γλυκά είχαν αύξηση τιμών 11%. Ειδικά η ζάχαρη έχει αυξηθεί σωρευτικά την τελευταία διετία πάνω από 60% ενώ στο ίδιο διάστημα στο 50% κυμαίνονται οι αυξήσεις τιμών σε έλαια και άλλα βασικά αγαθά.
Να σημειωθεί ότι, αν και η Ελλάδα σε σχέση με το Γενικό Δείκτη παραμένει κάτω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Ιούλιο σε σχέση με τον Ιούνιο κατέγραψε σημαντική επιτάχυνση, που, μάλιστα, προέρχεται από τον πληθωρισμό των τροφίμων.
Τα καύσιμα
Εν τω μεταξύ παρατηρούνται αυξήσεις σε ενεργειακά αγαθά και καύσιμα με την αμόλυβδη βενζίνη, να έχει “ακουμπήσει” τα 2 ευρώ.
Συγκεκριμένα, η μέση πανελλαδική τιμή (Παρατηρητήριο Υγρών Καυσίμων του Υπ. Ανάπτυξης) είναι στα 1,991 ευρώ/ λίτρο για την αμόλυβδη 95 οκτανίων, ενώ, βέβαια, έχει ξεπεράσει τα 2 ευρώ σε 27 Νομούς. Παράλληλα το ντίζελ κίνησης έχει αυξηθεί γύρω στα 20 λεπτά από τις αρχές του καλοκαιριού, επιβαρύνοντας όλη την εφοδιαστική αλυσίδα.
Τα «καλάθια»
Από κοντά έρχονται και τα σχολικά, που λόγω και του “ράλι” των πρώτων υλών, όπου βασίζεται η παραγωγή τους αναμένονται αυξημένα. Πάντως, από την ερχόμενη Τετάρτη μέχρι και τις 3 Οκτωβρίου 2023 αρχίζει να “τρέχει” το «καλάθι των σχολικών ειδών» σε μια προσπάθεια να στηριχθούν τα νοικοκυριά, ενώ δρομολογούνται και ορισμένες αλλαγές που αφορούν στο «καλάθι του νοικοκυριού».
Επίσης, στη βάση της προσπάθειας να γίνει πιο λειτουργικό το «καλάθι του νοικοκυριού», από το προωθήθηκαν αλλαγές με αφαίρεση ειδών, που δεν είχαν την αναμενόμενη ζήτηση, π.χ. κακάο, σοκολάτα και αντισηπτικά. Επίσης, καθίσταται υποχρεωτική η προσθήκη, τουλάχιστον, ενός επώνυμου προϊόντος (για όσα σούπερ μάρκετ πωλούν επώνυμα προϊόντα) σε ορισμένες κατηγορίες βασικών ειδών διατροφής (π.χ. γαλακτοκομικά, όσπρια, ρύζι, ζυμαρικά).
Επίσης προβλέπεται σε χώρο κοντά στα ταμεία, η καθιέρωση ενός δεύτερου σημείου ιδιαίτερης προβολής και πώλησης για τα προϊόντα του «καλαθιού του νοικοκυριού» (για όσα δεν χρειάζονται ψυγείο) και του «καλαθιού των σχολικών ειδών». Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει – όπου είναι χωροταξικά εφικτό – ειδική προθήκη για τα περισσότερα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο καλάθι.
Σε «πονοκέφαλο» η κυβέρνηση
Η πορεία του πληθωρισμού, καθώς η συνεχιζόμενη ακρίβεια εντείνει τις πιέσεις για επιπλέον μέτρα στήριξης, ειδικά στους πιο οικονομικά ευάλωτους. Στις 31 Αυγούστου ανακοινώνονται τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat για τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή Αυγούστου στην Ευρωζώνη, και στις 8 Σεπτεμβρίου, μια ημέρα πριν από την ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ θα ανακοινωθούν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Η γενική εικόνα είναι ότι με την πίεση από τα «αποκαΐδια» να κυριαρχεί ως σκηνικό, σε πολλές περιοχές της χώρας και ειδικά στην Αττική, όπου τα τελευταία χρόνια έχει χαθεί το ένα μεγάλο μέρος του περιαστικού δάσους, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να “στύψει” τα δημοσιονομικά περιθώρια και να ανακοινώσει δράσεις, ώστε να “λειάνει” και το κλίμα δυσαρέσκειας. Βέβαια, η όλη άσκηση είναι δύσκολη καθώς τρέχουν και οι αξιολογήσεις από τους οίκους για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας (πέρα από την Scope Ratings), ενώ και οι ανάγκες για αποζημιώσεις από την πύρινη καταστροφή είναι μεγάλες.
Πάντως, ήδη, δρομολογείται η ενεργοποίηση του Market Pass 2 μέσα στο Σεπτέμβριο, με πιθανότερο σενάριο την εφάπαξ καταβολή τον Οκτώβριο, ενώ ήδη εξετάζεται η δυνατότητα επέκτασης ως το τέλος της χρονιάς, με πρόσθετο κόστος γύρω στα 170 εκ ευρώ.
Ήδη, βέβαια, κύκλοι του Υπ. Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών τις προηγούμενες εβδομάδεςεπιχείρησαν να “κατασιγάσουν” τη φημολογία για μέτρα χωρίς να αποκλείουν, ωστόσο, επόμενες κινήσεις, ειδικά, σε ένα κλίμα “γκρίζο”.
“Η Κυβέρνηση παρακολουθεί πάντοτε τα κοινωνικά προβλήματα χωρίς να παραγνωρίζει όμως την ανάγκη μιας σοβαρής δημοσιονομικής πολιτικής που είναι το θεμέλιο της συνολικής οικονομικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό, και με βάση το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, υιοθετήθηκαν πρόσφατα μια σειρά από μέτρα στήριξης των πολιτών ύψους 4,4 δις ευρώ με ορίζοντα 4ετίας” αναφέρθηκε χαρακτηριστικά αλλά τονίστηκε ότι πέρα από “αυξήσεις- για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια- των μισθών και μιας σειράς επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων, επέκταση του market pass μέχρι τον Οκτώβριο, θέσπιση του youth pass, απαλλαγή για 200.000 ευάλωτους συμπολίτες από την συμμετοχή τους στα φάρμακα, μείωση κατά 10% του ΕΝΦΙΑ για ακίνητα που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές, επέκταση του αφορολόγητου για εξαρτώμενα μέλη κα”. “η Κυβέρνηση θα συνεχίσει στην ίδια γραμμή συνδυάζοντας πάντοτε την κοινωνική ευαισθησία και την δημοσιονομική σταθερότητα”.
Εν όψει, πάντως, της διαμόρφωσης του κλίματος για τη ΔΕΘ, πάντως, αυτό που προτάσσεται κυρίως είναι τα προαναφερθέντα μέτρα, αλλά και η συνέχιση έστω κάποιων μικρών επιδοτήσεων για το ρεύμα και σε ευπαθείς ομάδες. Άραγε, όμως επαρκούν σε ένα τέτοιο βαρύ κλίμα για να δώσουν αναχώματα στην γκρίζα εικόνα;