Απάντηση του βουλευτή Ρεθύμνου Α. Ξανθού στο υπόμνημα των Κτηνοτροφικών Συλλόγων της Περιφέρειας Ρεθύμνης.
Στο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ ο πρωτογενής τομέας, και ειδικά η κτηνοτροφία, έχει εξέχουσα θέση αφού συμβάλλει ουσιαστικά στην περιφερειακή ανάπτυξη και στη διατήρηση του κοινωνικού ιστού της υπαίθρου. Η κτηνοτροφία αποτελεί ένα πολύ δυναμικό κλάδο με δυνατότητα να συμβάλλει και στη διατροφική επάρκεια του πληθυσμού αλλά και στην εξαγωγική προοπτική της χώρας.
Όμως την τελευταία δεκαετία παρατηρείται φθίνουσα πορεία του κτηνοτροφικού κλάδου, που μεταφράζεται σε μείωση της παραγωγής, του ζωικού κεφαλαίου και του εργατικού δυναμικού. Λόγω των διαχρονικών διαρθρωτικών προβλημάτων του πρωτογενούς τομέα και της έλλειψης ενός Εθνικού Σχεδίου Αγροτικής Πολιτικής, αλλά και εξ’ αιτίας της απαξίωσης της παραγωγικής διαδικασίας που προκάλεσε η στρεβλή και αδιαφανής διαχείριση των κοινοτικών επιδοτήσεων, η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε χώρα εισαγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων. Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα της κτηνοτροφίας στην περιοχή και η παραγωγή ποιοτικών προϊόντων (κρέας και τυροκομικά) καθώς και η δυνατότητα των παραγωγών να καλύψουν το κόστος τους και να έχουν ένα λογικό για την αξιοπρεπή διαβίωση τους κέρδος. Είναι δεδομένο το πρόβλημα της διαχείρισης των βοσκοτόπων στην Κρήτη, ότι έχει οξυνθεί από την πολιτική της επιδότησης των αιγοπροβάτων ανά κεφαλή ζώου με αποτέλεσμα την μεγάλη αύξηση του ζωικού κεφαλαίου, την υπερβόσκηση των ορεινών όγκων και την εξάρτηση από τις εισαγόμενες συνήθως ζωοτροφές.
Το σημερινό απαγορευτικό κόστος των ζωοτροφών, επιβάλλει τη σχεδιασμένη στροφή σε καλλιέργεια και παραγωγή κτηνοτροφικών φυτών και σε εκτάσεις των ίδιων των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων και σε εκτάσεις που σήμερα καταλαμβάνουν μη αποδοτικές καλλιέργειες. Πρέπει να επιδιώκεται ο συνδυασμός και η αλληλοσυμπλήρωση γεωργικής και κτηνοτροφικής δραστηριότητας και για οικονομικούς και για περιβαλλοντικούς λόγους (ανακύκλωση των υποπροϊόντων κάθε δραστηριότητας).
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για την αναδιοργάνωση του πρωτογενούς τομέα περιλαμβάνει τις εξής προτεραιότητες:
1. Δημιουργία Δημόσιας τράπεζας ειδικού σκοπού για τον πρωτογενή τομέα που θα ρυθμίσει τα χρέη και θα διασφαλίσει την αναγκαία ρευστότητα στην αγροτική οικονομία.
2. Ενίσχυση και αναδιοργάνωση ΕΦΕΤ και, γενικότερα, των ελεγκτικών μηχανισμών για την ποιότητα των προϊόντων.
3. Έμφαση στην κρητική διατροφή και στην παραγωγή βιολογικών και πιστοποιημένων προϊόντων ΠΟΠ που θα αποκτήσουν προνομιακή θέση στην τουριστική «βιομηχανία».
4. Με τη βιώσιμη ανάπτυξη της κτηνοτροφίας συνδέεται η στήριξη των Ερευνητικών Κέντρων και της έρευνας πάνω στη γενετική βελτίωση ντόπιων φυλών αιγοπροβάτων.
5. Για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της παραγωγής χρειάζεται η ενεργειακή αναβάθμιση των γεωργικών-κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων μέσω επιδοτούμενων μικρών και φιλικών στο περιβάλλον ΑΠΕ.
6. Αποφασιστική αντιμετώπιση φαινόμενων όπως η ζωοκλοπή και η παραβατικότητα στην ύπαιθρο και μηδενική κοινωνική και πολιτική ανοχή στη συγκάλυψη και την ασυλία που απολαμβάνουν οι δράστες τις τελευταίες δεκαετίες μέσω του πελατειακού συστήματος.
7. Ενίσχυση των δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας (είναι γνωστό ότι στο Ρέθυμνο υπηρετεί μόνο ένας κτηνίατρος) προκειμένου να αντιμετωπίζονται, καταρχήν, και να καταπολεμούνται ζωονόσοι όπως ο καταρροϊκός πυρετός.
8. Ανασυγκρότηση του συνεταιριστικού κινήματος και της συλλογικής εκπροσώπησης των αγροτών χωρίς τις στρεβλώσεις και τις παθογένειες του παρελθόντος.
9. Διαφανής, δίκαιη και παραγωγική διαχείριση των – ούτως ή άλλως μειωμένων – επιδοτήσεων της νέας ΚΑΠ.
10. Συνολική αναβάθμιση της κοινωνική φροντίδας στην ύπαιθρο (Υγεία, Παιδεία, κοινωνικές υποδομές, οδικό δίκτυο, πολιτισμός)
Τα δύο τελευταία χρόνια είναι κρίσιμο το πρόβλημα των περιορισμών στην «επιλεξιμότητα» των αγροτεμαχίων που κρίνονται ως βοσκήσιμες εκτάσεις με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η καταβολή προς τους κτηνοτρόφους της εξισωτικής αποζημίωσης και της ενιαίας ενίσχυσης. Το 2012, όταν ζητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ο προσδιορισμός των διαθέσιμων βοσκοτόπων της Ελλάδας, ο ΟΠΕΚΕΠΕ αφαίρεσε από τους διαθέσιμους βοσκότοπους μεγάλο αριθμό στρεμμάτων, κυρίως δασώδεις εκτάσεις μη ξυλευόμενες, οι οποίες ανέκαθεν χρησιμοποιούνταν από τους κτηνοτρόφους της χώρας μας ως βοσκότοποι. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι επιλέξιμοι βοσκότοποι της χώρας τόσο ώστε να μην επαρκούν για την είσπραξη του συνόλου της εξισωτικής αποζημίωσης και της ενιαίας ενίσχυσης από τους κτηνοτρόφους. Για το χρονικό διάστημα μετά την 1-1-2015 η Κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι όλα έχουν ρυθμιστεί με την ψήφιση για τους βοσκοτόπους του Ν. 4254/2014.
Παραμένουν όμως σε εκκρεμότητα τα έτη 2013 και 2014 αφού το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το οποίο και δημιούργησε το πρόβλημα, δεν ανέλαβε τις πρωτοβουλίες που απαιτούνται σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο για την επίλυσή του, καθώς πλέον οι επιλέξιμοι βοσκότοποι είναι δραστικά μειωμένοι. Η Κυβέρνηση πρέπει να υπερασπιστεί το αυτονόητο: ότι στην Ελλάδα βόσκονται περισσότερα από 51 εκατομμύρια στρέμματα και είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των εκτάσεων που αποτελούν τον πρωταρχικό παράγοντα ποιοτικής διαφοροποίησης των γαλακτοκομικών μας προϊόντων και το σημαντικότερο κριτήριο αναγνώρισης και κατοχύρωσης των Προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Παρά την έγκαιρη επισήμανση του προβλήματος και στη Βουλή και παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, οι κτηνοτρόφοι βρίσκονται σήμερα μπροστά στο φάσμα μιας ακόμα μεγαλύτερης μείωσης του εισοδήματος τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται για την άμεση στήριξη του αγροτικού εισοδήματος και την χωρίς περικοπές καταβολή της εξισωτικής αποζημίωσης και της ενιαίας ενίσχυσης με στόχο να εξασφαλιστεί η επιβίωση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Στοχεύει στον επανασχεδιασμό της αγροτικής πολιτικής της χώρας και στην επαναδιαπραγμάτευση της νέας ΚΑΠ με τη συμμετοχή και στήριξη των υγιών, έντιμων και παραγωγικών δυνάμεων στο χώρο του πρωτογενούς τομέα, στην κατεύθυνση της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας, της διατροφικής επάρκειας του λαού μας και της οικονομικής και κοινωνικής αναζωογόνησης της υπαίθρου.