Ο Μαξ Σμέλινγκ δεν ήταν απλώς ο πρώτος Ευρωπαίος που κατέκτησε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία. Ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα και μάλλον αδικείται από την 6η θέση στη λίστα με τους κορυφαίους Γερμανούς αθλητές του 20ου αιώνα. Μάλλον έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ο μύθος του δημιουργήθηκε πριν από πολλές δεκαετίες, όταν οι περισσότεροι από τους 100.000 ψηφοφόρους που έλαβαν μέρος ήταν ακόμη αγέννητοι…
Ο Μαξιμίλιαν Άντολφ Ότο Σίγκφριντ «Μαξ» Σμέλινγκ, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου του 1905 στο χωριό Κλάιν Λούτσκοφ, βόρεια του Βερολίνου, ενώ άφησε την τελευταία του πνοή, μία ημέρα σαν σήμερα το 2005, σε ηλικία 99 ετών. Το 1930 κατέκτησε τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο στον αγώνα του με τον Τζακ Στάρκι, λόγω αποβολής του τελευταίου για αντιαθλητικό χτύπημα. Ομως, ο αγώνας που έγραψε Ιστορία ήταν αυτός εναντίον του Τζο Λιούις, αήττητου επί 27 αναμετρήσεις, στις 9 Ιουνίου του 1936 στη Νέα Υόρκη. Μπροστά σε 60.000 θεατές, ο Μαξ Σμέλινγκ νίκησε με νοκ-άουτ στον 12ο γύρο.
Ο θρίαμβος άνοιξε την… όρεξη του Αδόλφου Χίτλερ που την εποχή εκείνη είχε αρχίσει να «εμποτίζει» το γερμανικό λαό με την ιδεολογία του ναζισμού και της ανώτερης άρειας φυλής. Ο λευκός και ξανθός Σμέλινγκ τις… έβρεξε στον μαύρο Τζο Λιούις κι ο Χίτλερ κάλεσε για τσάι τον θριαμβευτή της Νέας Υόρκης, κάτι που άλλωστε είχε κάνει και ο Ρούσβελτ. Ο Σμέλινγκ δεν είχε μεγάλη σχέση με την πολιτική και τα κόμματα κι έτσι έπεσε από τα σύννεφα όταν ο Χίτλερ του είπε ότι έπρεπε να «ξεφορτωθεί» τον προπονητή του Τζο Γιάκομπς. Ο λόγος, προφανής για τον ηγέτη του ναζισμού: ο Γιάκομπς ήταν Εβραίος…
Ο Σμέλινγκ δεν το έκανε και πήγε με τον ίδιο προπονητή να υπερασπιστεί τον τίτλο του δύο χρόνια αργότερα, το 1938, στη ρεβάνς εναντίον του Λιούις. Εκεί συνέβη το απίστευτο… Ο Γερμανός μποξέρ δεν υποστηριζόταν ούτε από τους συμπατριώτες του, έχοντας «προδώσει» τον ηγέτη του Γ΄ Ράιχ, ούτε φυσικά από τους Αμερικανούς οι οποίοι τον θεωρούσαν εκπρόσωπο των Ναζί! Ο Σμέλινγκ έπεσε νοκ άουτ στον πρώτο γύρο… «Τελικά, ευτυχώς που έχασα τον αγώνα. Εάν νικούσα και ερχόμουν πίσω στη Γερμανία με νίκη θα με βράβευαν. Μετά τον πόλεμο θα μπορούσα να είχα θεωρηθεί εγκληματίας πολέμου», είχε δηλώσει αρκετά χρόνια αργότερα για τον συγκεκριμένο αγώνα.
Μετά από λίγα χρόνια, ξέσπασε ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος και ο Σμέλινγκ ήταν ο μόνος από τους «τοπ» αθλητές της Γερμανίας που εστάλη στο μέτωπο. Κατατάχθηκε στην Λουφτβάφε, στο επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών. Στις 20 Μαίου 1941, την πρώτη ημέρα της Μάχης της Κρήτης, ο Σμέλινγκ πραγματοποιεί πτώση στο Μάλεμε, αλλά τραυματίζεται στο γόνατο και διακομίζεται σε νοσοκομείο στην Αθήνα. Μέχρι την ολοκλήρωση του Β` παγκοσμίου πολέμου, ο διάσημος πυγμάχος καλείται να υπηρετήσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων πολέμου.
Όταν επέστρεψε, είχε χάσει όλη του την περιουσία. Ανέβηκε ξανά στα ρινγκ και το 1948 εγκατέλειψε την πυγμαχία με απολογισμό 56 νίκες (40 με νοκ άουτ), 10 ήττες και 4 ισοπαλίες. Από το 1950 και μετά, δραστηριοποιήθηκε στον τομέα των επιχειρήσεων, διατηρώντας όμως το ακέραιο του χαρακτήρα του αλλά και φιλικές σχέσεις με τουν Λιούις. Μάλιστα, πάμπλουτος ως επικεφαλής της γερμανικής Coca Cola, στήριξε οικονομικά τον Αμερικανό όταν αυτός αντιμετώπισε προβλήματα υγείας. Παρέμενε σε φόρμα μέχρι τα 90 του χρόνια καθώς γυμναζόταν κάθε ημέρα τουλάχιστον για μισή ώρα. Το 1991 έγινε ο πρώτος Γερμανός που συμπεριλήφθηκε στο Hall of Fame της παγκόσμιας πυγμαχίας, ενώ το 2003, το κορυφαίο περιοδικό μαχητικών τεχνών Τhe Ring, τον κατέταξε στην 55η θέση μεταξύ των 100 κορυφαίων πυγμάχων όλων των εποχών.
Η κηδεία του δις παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών, έγινε παρουσία μόλις 12 ατόμων, όμως σε επιμνημόσυνη τελετή που έγινε σχεδόν έναν μήνα αργότερα, παραβρέθηκαν περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων προσωπικοτήτων από την πολιτική, την κοινωνική και την αθλητική ζωή της Γερμανίας. «Κατέβηκε από το ρινγκ μετά από 99 γύρους…», είχε δηλώσει ο τότε υπουργός Αθλητισμού της Γερμανίας κατά τη διάρκεια σημερινής τελετής, αναφερόμενος στο ταλέντο του Σμέλινγκ.
Το προσωνύμιο του Σμέλινγκ, ήταν «μαύρος ουλάνος του Ρήνου». Ουλάνοι ήταν οι λογχοφόροι ιππείς του πρωσικού στρατού.