ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Αλλαγές στις αναθέσεις δημοσίων έργων

Λύση στην “καυτή πατάτα” των δημοσίων συμβάσεων, η οποία στο παρελθόν έχει φορτώσει με πολλά δισ. ευρώ το ελληνικό χρέος, επιχειρεί να δώσει η κυβέρνηση.

“Stop” στο “γρηγορόσημο” των δημοσίων συμβάσεων αλλά και στις απευθείας αναθέσεις έργων βάζει το υπουργείο Οικονομίας με το νέο νομικό πλαίσιο που θα φέρει τις επόμενες μέρες στη Βουλή.

έργα (φώτο αρχείου)

Σύμφωνα με πληροφορίες, το νέο σχέδιο νόμου θα ενθαρρύνει τη συμμετοχή ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις διαγωνιστικές διαδικασίες, ενώ δεν θα χρειάζεται να έχεις “μπάρμπα στην Κορώνη” για να ενημερωθείς για έναν διαγωνισμό, καθώς θεσμοθετείται η διαδικασία για ανάθεση δημοσίων συμβάσεων μέσω μιας ενιαίας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, στην οποία παρουσιάζονται και νέες μειωμένες τιμές.

Βάσει του νέου πλαισίου θα μειωθεί το διοικητικό βάρος που προκαλείται στις επιχειρήσεις, το οποίο σήμερα ανέρχεται ετησίως σε 400 εκατ. ευρώ! Ακόμη θα μειωθεί η κατά μέσον όρο πληρωμή μιας μικρομεσαίας επιχείρησης – προμηθευτή του Ελληνικού Δημοσίου (σ.σ.: σήμερα στις 109 ημέρες), με σκοπό να φτάσει τον κοινοτικό μέσο όρο που είναι οι 28 ημέρες, ενώ τα μεγάλα δημόσια έργα εφεξής θα “σπάνε” σε τμήματα για την ενίσχυση των ΜμΕ.

Επίσης η κυβέρνηση βάζει τέλος στη “χαρτούρα”. Έτσι μειώνεται ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από την ανάγκη προσκόμισης σημαντικού αριθμού πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με τα κριτήρια αποκλεισμού και τα κριτήρια επιλογής, με τη χρήση του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εγγράφου Σύμβασης, ενώ καθίσταται υποχρεωτική η χρήση του e-Certis, ηλεκτρονικού συστήματος, σκοπός του οποίου είναι η διευκόλυνση της ανταλλαγής πιστοποιητικών και άλλων αποδεικτικών εγγράφων.

Τέλος, επιχειρείται η εξάλειψη της υπερτιμολόγησης, καθώς προβλέπεται πλέον ότι οι αναθέτουσες αρχές βασίζουν την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η οποία κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής προσδιορίζεται βάσει της τιμής ή του κόστους, ενώ θεσπίζονται αυστηρές ρυθμίσεις αποκλεισμού οικονομικών φορέων οι οποίοι έχουν φανεί αναξιόπιστοι λόγω παραβάσεων περιβαλλοντικών ή κοινωνικών υποχρεώσεων.